Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014


Η ΔΊΝΑ μου, όπως δόθηκε στους ενοίκους της πολυκατοικίας όπου μένω-ένα ακόμα βιβλίο μέσα στ’ άλλα.
Τα δύο ποιηματάκια στην αρχή είναι η καθιερωμένη πριν από την αρχή κάθε δουλειάς μου προσφορά στην κυρία Ρωρερκάρ, όπως θυσία σ’ ένα Θεό απ’ τον πιστό του.





Λίγα για το θεατρικό «ΔΙΝΑ»
Η "Δίνα" (ή Δείνα).
Σας την είχα υποσχεθεί.
Ένα μηδενικό μιλάει και λέει "σας υπόσχομαι" σε κάποια άλλα μηδενικά.
Και πώς μπορεί να είναι μηδενικό κάτι που μιλάει ή και που ακούει; Μα ποιος μας λέει πως τα μηδενικά δεν ακούνε και δε μιλάνε και ότι αυτό ακριβώς δε σημαίνει "μηδέν";
Μα, δεν είμαστε ζωντανά όντα; Δεν υπάρχουμε; Τι είναι αυτά όλα που βλέπουμε, που ακούμε, που πιάνουμε, που ζούμε με ένα λόγο; Και ποιος είπε πως ζούμε; Ποιος μπορεί να πει ότι βλέπουμε και ότι ακούμε και λοιπά και λοιπά;
Υπάρχει η φωνή όταν δεν την ακούτε:
Υπάρχει το δέντρο που κανένας δε βλέπει;
Και τι θα πει "βλέπω";
Και τι θα πει "ακούω";
Και όταν κλείνετε τα μάτι υπάρχει ό,τι ως πριν βλέπατε;
Και όταν θα κλείσετε για πάντα τα μάτια τότε θα εξακολουθεί να
υπάρχει «ο κόσμος»;
Ναι; Και πώς το ξέρετε αφού δεν θα μπορείτε τότε να τον δείτε;
Μήπως επειδή βλέπετε να εξακολουθείτε να υπάρχετε εσείς όταν οι άλλοι πεθαίνουν-από κει το συμπεραίνετε;
Μα πεθάνανε; Είστε σίγουροι γι αυτό;
Ας μου πείτε αν μπορείτε τι θα πει ζω-τι θα πει παθαίνω.

Η Δίνα λοιπόν!

      
Ένα απλό θεατρικό εργάκι.
Που δεν έχει να πει τίποτε παραπάνου από ό,τι λέει μέσα για τη
Δίνα η Γένεση, το πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης.
Πήρα τα λεγόμενα της Παλαιάς Διαθήκης λοιπόν σαν σκελετό και ανάπλασα τη Δίνα, την ιστορία της της περιόδου του επεισοδίου με τον Συχέμ και μαζί μια σελίδα από τη ζωή των εβραίων. Έκανα ό, τι κάνουν οι επιστήμονες που, βρίσκοντας ένα σκελετό, αναπαράγουν και μας δείχνουν το ζώο στο οποίο ανήκε.
Γιατί το 'κανα αυτό;
Επειδή με συνεπήρε η δίνη του γεγονότος πως έχουμε μπροστά μας ένα ιστορικό πρόσωπο που έζησε πέντε χιλιάδες χρόνια πριν από μας. Και πριν από την Παλαιά Διαθήκη δεν ξέρω παλιότερο βιβλίο ιστορικό. Πολλά μυθολογικά πρόσωπα, ιστορικά πρόσωπα όμως όχι. Και να σκεφτεί κανείς ότι οι περίφημοι έλληνες, όταν οι εβραίοι γράφανε την ιστορία τους, αυτοί τρώγανε ακόμα βαλανίδια, όπως κάνανε με τη σειρά τους οι Εγγλέζοι όταν οι έλληνες γράφανε τα δικά τους έπη και τη δική τους ιστορία.
Με μαγεύουν οι γυναίκες που ζήσανε παλιά.
Είναι πιο κοντά στο Άγνωστο από το οποίο προέρχονται και γι αυτό
είναι πιο αυθεντικές, πιο πρωτόγονες, πιο γυναίκες.
Είναι πιο κοντά σης μυθολογικές γυναικείες μορφές, όταν είναι
τόσο παλιές όπως οι γυναίκες της Παλαιάς Διαθήκης, που
βρίσκονται ακριβώς στο μεταίχμιο μυθολογίας και ιστορίας. Και αν
αστό δεν είναι συναρπαστικό τότε τι άλλο θα ήτανε;
Το ίδιο συναρπαστικές είναι και οι μυθολογικές γυναικείες μορφές, οι
τελευταίες από τις οποίες συγχέονται με τις πρώτες ιστορικές
γυναικείες μορφές όπως η Δίνα μου.
Όμοια και οι κυρίες της μυθολογίας συναρπάζουν τους ανά τον κόσμο συγγραφείς. Το βλέπουμε σε κάθε εποχή και σε κάθε σχεδόν γραφιά. Πόσοι δεν έχουν γράψει έργα με κύρια πρόσωπα τις Μήδειες, τις Αντιγόνες, τις Εκάβες, τις Ωραίες Ελένες, τις...τις...τις...,για να περιοριστούμε στην ελληνική μυθολογία μόνο...
Και καλά, οι συγγραφείς γράφουν καλά ή άσχημα έργα. Τι φταίμε όμως εμείς να υφιστάμεθα τα διάφορα "ανεβάσματα" των έργων αυτών από τους διάφορους, μεγάλους τάχα, συμπατριώτες μας σκηνοθέτες-μηδενός εξαιρουμένου; (Αντί για ανέβασμα, για κατέβασμα θα έπρεπε να μιλάμε-εκτός κι αν εννοούσαν όσοι λένε "ανέβασμα", το ανέβασμα στο ικρίωμα του εκάστοτε σκηνοθέτη.) Τι φταίμε να βλέπουμε ντυμένους με παράξενες έως αστείες στολές άντρες και γυναίκες που ουρλιάζουν πάνω στη σκηνή (δείγμα δύναμης πνευμόνων και υποκριτικής αδυναμίας),που κουνιούνται πέρα δώθε σαν εκκρεμή ζαλίζοντας μας (δείγμα της θαυμαστής ικανότητας τους να κουνιούνται άσκοπα όλοι μαζί) και που θεωρούν ότι κάνουν θέατρο μόνο και μόνο επειδή πατάνε και μιλάνε πάνω σε χώρους όπου οι έλληνες παρίσταναν τις δικές τους ερμηνείες;
Και μόνο μερικές αληθινές ιέρειες του θεάτρου μας, κατορθώνουν να
μην καταβυθιστούν, επειδή αντίθετα με ότι οι σκηνοθέτες
επιτάσσουν, αυτές, έχοντας μέσα τους την ιερή φλόγα, δίνουν κάτι
από εκείνο που αυτοί τελείως αγνοούν.
Και βλέπουμε χρόνια και χρόνια τώρα μιαν Εκάβη να μας λέει κάθε
φορά πως ο πόλεμος είναι κακό πράγμα, μια κακή Μήδεια να
σκοτώνει τα ίδια της τα παιδιά, μιαν Αντιγόνη που παρακούει κακές
εντολές.
Και εκεί τελειώνουν γι αυτούς όλα όσα έχει να πει το θέατρο.
Μα οι μυθολογικές μορφες, ω! κακέκτυπα σκηνοθετών!, δεν έχουν τη
μικρή εμβέλεια που εσείς, στενομυαλα τους δίνετε.
Πώς μπορείτε να μην αναγνωρίζετε μέσα σ' αυτές μια ζωντανή
ζωγραφιά της φύσης ολόκληρης;
Ο κόσμος ολόκληρος είναι μια αιώνια τραγωδία με την
καταστρεπτική της δύναμη πάντοτε σε ενάργεια.
Όπως στην ψυχή του πραγματικού μύστη, ας πούμε του Αισχύλου ή
του Σοφοκλή, τίποτα το ανθρωπινό δεν είναι ξένο, έτσι θα έπρεπε να
νιώθετε και σεις για να μπορέσετε να δώσετε στα έργα που
ανεβάζετε, όλες τους τις διαστάσεις.
Το βάθος της θεατρικής ηδονής συνίσταται από την επιθυμία του
ανθρώπου να αιστανθεί όλες τις χαρές και όλους τους πόνους της
ανθρωπότητας, να ομοιωθεί με τις πιο διαφορετικές υπάρξεις, να
γνωρίσει τη συγγένεια του με την παγκόσμια ψυχή.
Δείξτε μας τα πάθη να αναδύωνται από τα βάθη της βαθιάς
προϊστορίας του ανθρώπου, που θα πει από το υποσυνείδητο του!
Σκάψτε μέσα στη γυναίκα και φέρτε στο φως του θεάτρου τα
τρομερά πρωτόγονα υλικά που την αποτελούν!
Ξαναφέρτε μας στα ύψη του ιδεατού και στον χαμένο
ουρανό από την άβυσσο όπου έχουμε κατρακυλήσει!
Δείξτε μας ένα πλατύτερον ορίζοντα!
Εισβολή στη ζωή, εξέλιξη προς το ιδεατό, να η ουσία του θεάτρου
που εσείς με κάθε παράσταση σας καταπατάτε.
Αλλά ας ξαναγυρίσω στη Δίνα μου.
Την έγραψα όταν μετάφραζα τη Γένεση, για να ξεκουραστώ με κάτι
ελαφρό.
Όμως δεν είναι μόνο η Δίνα που με έθελξε όταν τη φαντάστηκα έτσι
αγνή παρθένα, πρωτόγονη, γεμάτη ζωντάνια, περηφάνια, θηλυκότητα.
Ήτανε και το γεγονός πως η σφαγή τωνΣυχεμιτών είναι η πρώτη
εχθροπραξία μεταξύ Εβραίων και Παλαιστινίων, η αρχή δηλαδή του
πολέμου που μέχρι σήμερα συγκλονίζει την οικουμένη και που στις
μέρες μας ευθύνεται για τις τρομοκρατικές ενέργειες της Αλ Καϊντα
και τις απαντήσεις των αμερικανοευρωπαίων σ'αυτές.

Είναι γνωστό αυτό που λέγεται, πως το πέταγμα μιας πεταλούδας στην Κίνα μπορεί να επηρεάσει καταστάσεις σε μια χώρα χιλιάδες μίλια μακριά.
Κάτι ανάλογο σκέφτομαι και για το θέμα της παλαιστινοεβραϊκής πεντακισχιλιοστής διαμάχης.
Βεβαίως η υπόσχεση του Θεού υπήρχε προς τους εβραίους: να τους δώσει τη γη Χαναάν. Όμως αν δε βρισκότανε η Δίνα που, είτε από μόνη της είτε βαλτή από τον αδερφό της , να έθελγε τον άρχοντα της περιοχής, μήπως δεν θα είχε γίνει ότι έγινε; Μήπως η Δίνα με την ομορφιά της καθόρισε τη μορφή του κόσμου όπως αργότερα το έκανε η μύτη της Κλεοπάτρας;
Δεν θα μπορούσε ίσως-δηλαδή αν δε γίνονταν αυτή η κίνηση τότε, να ξεχνιόταν η υπόσχεση του Θεού από τους εβραίους, ή να αναβάλλονταν επ’ αόριστον η προσπάθεια της υλοποίησής της, με πολλές πιθανότητες να μη γίνει ποτέ, ή ακόμα, οι εβραίοι, κυνηγημένοι από όλους να διαλύονταν και να χάνονταν τελικά, αφήνοντάς μας μόνο το όνομά τους που να δείχνει πως κάποτε υπήρξαν κι αυτοί;
Υποθέσεις, θα μου πείτε, κανείς δεν μπορεί να ξέρει τι θα γινόταν εάν…

Όπως και να ’ναι όμως, η Δίνα μου έγινε.
Δεν κάνει τίποτε άλλο, ξαναλέω, από το να λέει με μορφή θεατρική ό,τι αναφέρεται στη Γένεση, στα κεφάλαια ΧΧΧΙΙΙ18 έως ΧΧΧV.

Ένα σονετάκι

Γλυκιά γυναίκα
χάρες γεμάτη,
θεός ποιος σ’ έκα-
ν' έτσι ευωδάτη

και σου επελέκα
σάρκα δροσάτη
κι άριστα δέκα
που παίρνει μάτι;

Μ' αφού δικιά μου
Δε σ’ έχει κάνει-
Όποιος κι αν είναι-
τότε γλυκειά μου
Χάρου δρεπάνι
για μένα γίνε.






ΌΧΙ!

Όχι! όχι λόγια
φιλίας τάχα
να ’θελα τέτοια
χιλιάδες θα ’χα.

Φιλία όχι!
Όχι από σένα.
Ότι σου τέτοιο
πάει στα χαμένα.

Αγάπη θέλω!
Τ’  άλλα σου όλα
στα στέλλω πίσω
κεραυνοβόλα.

Ευχαριστώ σε
για την προσπάθεια
μα έτσι κι άλλα
μου δίνεις πάθια.

Τ’ αληθινό σου
θέλω το μίσος
παρά το γέλιο
το ψεύτικο ίσως.

 Νεκρός ,γυναίκα
θεία, μακριά σου,
παρά ζητιάνος
ψευτιάς κοντά σου.


Παρακαλώ σε 
γλυκέ μου Χάρε,
ότι από μένα
κι αν θέλεις πάρε,

μ’ αγάπης χέρι
αν δε μ' απλώσεις
ούτ’ ένα γεια σου
να μη μου δώσεις.


Αγάπη θέλω!
Αδύνατο είναι;
Καλά να είσαι
  Μα στά ίδια μείνε.










ΔΙΝΑ ή ΔΕΊΝΑ



ΣΚΗΝΉ ΠΡΏΤΗ

Μονοπάτι  έξω από την κατασκήνωση του Ιακώβ.
ΡΟΝΙ, ΔΊΝΑ, ΣΥΧΕΜ, ΑΚΟΛΟΥΘΟΊ  ΤΟΥ.

ΡΟΝΙ
Δίνα ας γυρίσουμε. Η μητέρα σου εμένα θα μαλώσει αν αργήσουμε.
ΔΊΝΑ
Έλα Ρόνι, μη  θέλεις να χαλάσεις αυτό το όμορφο περπάτημα.  Πώς μπορείς να συλλογίζεσαι  το    γυρισμό  μια τέτοιαν ώρα; Μόνο το αεράκι αυτό που κατεβαίνει απτό βουνό απέναντι και μας δροσίζει    ως  μέσα την  ψυχή     μας, αυτό και  μόνο θα ήταν αρκετό για να με κρατήσει εδώ. Μα είναι και  τα λουλούδια. Κοίτα. Κοίτα τους κρόκους! Τους αγριονάρκισσους! Τους υάκινθους! Φύγαμε από το πατρικό μας σπίτι αλλά τουλάχιστο    βρε¬θήκαμε σ’ ένα ωραίο μέρος.

ΡΟΝΙ     
Μ’ αρέσουνε και μένα όλα αυτά Δίνα. Όμως ποτέ δεν απομακρυνθή¬καμε τόσο από το σπίτι. Το ξέρεις πως ο άρχοντας περνάει απ’ αυτό το δρόμο με τ’ αμάξι του;

ΔΙΝΑ
Που να το ξέρω… Και ούτε με νοιάζει για τον άρχοντα.

ΡΟΝΙ
Κι αν  τόνε νοιάζει    αυτόν;

ΔΙΝΑ
Τί θα μας κάνει Ρόνι, θα μας φάει; Το πολύ να τον προσκυνή¬σουμε. άλλη μια μετάνοια. Τόσες έκανα για να κόψω αυτούς τους υάκινθους.

ΡΟΝΙ
Τόσο μακριά δεν πήγαμε άλλοτε Δίνα.

ΔΙΝΑ
Ούτε άλλοτε ήταν τόσο όμορφα. Κοίτα ένα χρυσοκίτρινο πουλί! Ω! Να μπορούσα να τ’ αγγίσω! Να το κλείσω στα χέρια μου! Να το χαϊδέψω, να το φιλήσω…
(πλησιάζει το πουλί, αυτό φεύγει.)
Γιατί φοβούνται τα πουλιά Ρόνι;
(βλέπει τη Ρόνι που είναι σκεπτική)
έλα Ρόνι, Χάρου και συ μαζί μου. Αν όλα τ’ άλλα δεν μπορούν να σε κάνουν να ξεχάσεις το σπίτι και τη μητέρα μου, τουλάχιστον αυτό σκέψου: Είμαστε σ’ ένα μέρος που πρώτη φορά το βλέπουμε. Μια καινούργια πόλη. Ποιός ξέρει πόσα ωραία πράγματα θα ’χει μέσα της… Ας τη δούμε κι ας είναι από μακριά. Δε θα ‘θελες να δεις κι άλλη μια πόλη εκτός απ’ τή Χαρράν;

ΡΟΝΙ
θέλω. Μα βλέπεις  εκείνο το δέντρο  εκεί  πέρα; Όταν φτάσουμε
εκεί  θα γυρίσουμε. Ναι;

ΔΊΝΑ
Ω! Εσύ είσαι χειρότερη από τη μητέρα μου.

ΡΟΝΙ
Γι αυτό και μ’ έχουνε για συντροφιά σου-γιατί είμαι μεγαλύτερη και ξέρω πράγματα περισσότερα. Όλοι   με  μένα θα τα  βά¬λουνε που αργήσαμε.

ΔΙΝΑ
Κουτή! Και τι μπορεί να γίνει;
(κοιτάζει γύρω της)
Τι ομορφιά! Εκείνο το βουνό εκεί πέρα δε μοιάζει σα να το’ βαλαν εκεί οι άγγελοι του θεού του πατέρα μου, γεμάτο έτσι με δέντρα ολάνθιστα και με ό,τι αγριολούλουδο φανταστείς, μόνο και μόνο για μας;

ΡΟΝΙ
Το βουνό αυτό το λένε Εβάλ και τ’ αντικρυνό του Γε
ζερίμ.
Ακουσα τον πατέρα σου που τόλεγε όταν ερχόμασταν.

ΔΙΝΑ
Ω: Δε με νοιάζει πως το λένε, αρκεί που είναι όμορφο.

ΡΟΝΙ
Και δεν είναι μόνον ο πατέρας σου. Θα μου φωνάζουν και
τ’ αδέρφια σου.

ΔΙΝΑ
Ουφ! Άσε με πιά! Θα προχωρήσω μόνη μου…

ΡΟΝΙ
Οχι. Δε φεύγω.

ΔΙΝΑ
Τότε σταμάτα. Να, φτάνουμε στο δέντρο, θα γυρίσουμε, μην κάνεις έτσι
(τη βλέπει)
Πώς το μπορείς να πας και να κλειστείς μέσα σε μια σκοτεινή σκηνή μια λαμπρή μέρα σαν και τούτη; Όμως είσαι κουτή. Τ’ αδέρφια μου ότι και να κάνω δε θα με μα¬λώσουν. Έντεκα αγόρια θα μαλώσουνε μιαν αδερφούλα; Έτσι και με δούνε λίγο λυπημένη θα μου συχωρέσουνε την πιο μεγά¬λη μου αταξία (Σιωπή) Ξέρεις πως τον παλιό καιρό παντρεύ¬ονταν αδέρφια με αδέρφια; Ξέρεις ποιον θα ’παιρνα εγώ; Τον Συμεών.

ΡΟΝΙ
Στην Αίγυπτο και τώρα παντρεύονται αδέρφια με αδέρφια.

ΔΙΝΑ
Εσύ ποιον θα διάλεγες αν τ’ αδέρφια μου ήταν αδέρφια σου;

ΡΟΝΙ
Τον Λευί.

ΔΙΝΑ (Γελάει)
Εσύ ψηλή ψηλή κι αυτός κοντούτσικος ωραίο ζευγάρι θα κάνατε…
ΡΟΝΙ
Είναι δουλευτής. Μια μέρα θα γίνει πλούσιος σαν τον πατέρα
του. Τίποτα δε θα του λείπει.

ΔΙΝΑ
Τα πλούτη κοιτάζεις καημένη κι όχι την αγάπη;

ΡΟΝΙ
Τα πλούτη που δεν έχω. Αν είχα κι εγώ πλούσιο πατέρα, τότε
θα σκεφτόμουν κι εγώ τις αγάπες.
(Δυο άμαξες εμφανίζονται στη στροφή του δρόμου. Φοβισμένα)
Κάποιοι έρχονται Πάμε να φύγουμε!

ΔΙΝΑ Ανθρωποι
Άνθρωποι είναι. Θα περάσουνε.

ΡΌΝΙ
Μπορεί να ‘ναι ο άρχοντας. Πάμε να φύγουμε.

ΔΙΝΑ
Όποιοι και να ’ναι δεν κρύβομαι. Είμαι η κόρη του Ιακώβ. Κι έχω έντεκα αδέρφια. Κάτσε εδώ. Άρματα είναι, θα περάσουν.
(Μεριάζουν κάνοντας τόπο στις άμαξες. Οι άμαξες σταματάνε δίπλα τους. Κατεβαίνει ο Συχέμ)

ΣΤΧΕΜ
Χαιρετίζω τα όμορφα κορίτσια.

ΔΙΝΑ
Και  μεις σε χαιρετίζουμε.

ΣΥΧΞΜ (Κάνει ένα γύρο γύρω από τα κορίτσια. Στέκεται  μπροστά
στη Δίνα)
Πώς και δε σ’ έχω ξαναδεί στα μέρη μου; Ξένη είσαι;

ΔΙΝΑ
Πριν δυο φεγγάρια ήρθα εδώ με την οικογένεια μου. Αγόρασε ο πατέρας  μου γης από τον άρχοντα της χώρας και μένουμε. Ιακώβ τον λένε τον πατέρα μου.

ΣΥΧΞΜ
Κάτι άκουσα για κάτι ξένους από τον πατέρα μου. Τον έχεις
δει τον άρχοντα;

ΔΙΝΑ
Δεν έχω καμιά δουλειά εγώ με τον άρχοντα. Εγώ μένω στο σπίτι. Βγήκα με τη φίλη μου για μια βόλτα. Κι είναι η ώρα μου να γυρίσω.
(κάνει να φύγει. Ο Συχέμ της κλείνει το δρόμο).

ΣΥΧΕΜ
Αφού δεν ξέρεις τον άρχοντα δε θα ξέρεις και μένα-είμαι ο γιος του ο Συχέμ, που τ’ όνομά μου έχει η χωρά που μέσα της μέ¬νεις. Και είμαι ο πρωτότοκος, και είμαι ο κληρονόμος της χώ¬ρας τούτης μ' ότι και μ' όποιον έχει μέσα της.

ΔΙΝΑ
Δεν έτυχε να σ’ έχω ακουστά. Κι εγώ είμαι η κόρη του Ιακώβ με τα χιλιάδες ζώα και τις κατοσταριές τους δούλους. Και τώρα πρέπει να γυρίσω γιατί θα με ψάχνει.

ΣΥΧΕΜ
Τέτοια κορμοστασιά σαν της γαζέλας των βουνών και δυο τέτοια
μαύρα μάτια μεγάλα το καθένα σαν τη νύχτα και γλυκά σα
μέλι του Ελάμ, δεν έχω ξαναδεί σ’ όλη τη χώρα.

ΔΙΝΑ
Καλά τα λόγια σου, όμως με περιμένουν οι δικοί μου.

ΣΥΧΕΜ (Μη δίνοντας σημασία σ’ ότι λέει η Δίνα)
Όταν, πρωί, έρθεις εδώ, θα δεις ομίχλη να σκεπάζει τον κάμπο
πέρα πέρα.Τ’ αγριολούλουδα τότε και τα δέντρα φαντάζουν
ομορφότερα καθώς μισοκρύβονται μέσα στην πάχνη. Έτσι και συ
με το βέλο να σκεπάζει το πρόσωπό σου γίνεσαι ομορφότερη.
Βγαλ’ το. Ίσως δω κάποιαν ασχήμια πάνω του, και τότε θα σ’ αφήσω να
πας στο σπίτι σου.

ΔΙΝΑ
Το βέλο του κορίτσι από σπίτι δεν το βγάζει.

ΣΥΧΞΜ
Κορίτσι από σπίτι δεν τριγυρίζει  μονάχο του στις ερημιές.

ΡΟΝΙ (Προσκυνάει ως το χώμα)
Άρχοντά μου, χίλια να είναι τα χρόνια σου και όλους τους εχθρούς σου να νικάς. Άκου και με τη δούλη σου. Όσα είπε η κυρά μου είναι αλήθεια. Για ένα περίπατο βγήκαμε. Και μ’ έστειλαν μαζί της για να την προσέχω σα μεγαλύτερη που είμαι. Οι  ομορφιές του τόπου μάς μάγεψαν κι αργήσαμε λιγάκι. Κύριέ μου, θα με σκοτώσουνε αν πειραχτεί μια τρίχα μόνον από τα μαλλιά της. Άφησέ μας να γυρίσουμε στο σπίτι μας και ο κύριός μου θα σου στείλει δώρο πενήντα πρόβατα. Εγώ θα του το πω.

ΣΪΧΕΜ (Κάνει νόημα σε δυο άντρες που είναι στ’ αμάξια κι
αυτοί παίρνουν από μπροστά του τη Ρόνι. Στη Δίνα) Ανέβα στ’ αμάξι μου!

ΔΙΝΑ
Οχι. Κι άσε με υα φύγω γιατί έχω έντεκα αδέρφια και θα μ’ ανα-
ζητάνε.

ΣΙΧΕΜ
Ο πόθος που μου άναψες δε σβήνει ούτε με τα παρακάλια της δούλας σου ούτε με τις δικές σου απειλές. Κι αν ένας άρχοντας δεν κάνει ό,τι θέλει μέσα στη χώρα του, τότε άρχοντας δεν είναι. Έλα μαζί μου κι αύριο σε πηγαίνω όπου θέλεις.

ΔΙΝΑ
Δεν έχω μάθει να με διατάζουν. Κι ούτε είμαι δούλα σου. Δούλα είμαι στον πατέρα και στ’ αδέρφια μου. Κι ούτε που με θαμπώ¬νουν τα πλούτη. Μες στο ασήμι και στο χρυσάφι μεγάλωσα.

ΣΪΧΕΜ
Μάρτυρα το Βεδ τον ήλιο βάζω πως δε μπορώ να κάνω αλλιώς παρά να σε πάρω μαζί μου με το ζόρι. Μαρτυρά μου το θεό τον ήλιο βάζω πως και η κόρη του Φαραώ να ήσουνα η ίδια, πάλι θα σ’ έπαιρνα μαζί μου. Κι αν ήξερα ακόμα πως θα πλη¬ρώσω με τη ζωή μου την αγκαλιά σου, πάλι δα θα έκανα πίσω.
ΔΙΝΑ
Άρχοντα άσε με να φύγω.
(Ο Συχέμ την αρπάζει και τη βάζει
πάνω στο άρμα του ενώ η Δίνα προσπαθεί να του ξεφύγει)



ΣΚΗΝΉ ΔΕΎΤΕΡΗ
Σκηνή του Ιακώβ.

ΙΑΚΩΒ,ΖΒΛΦΑ,ΛΕΙΑ,ΑΡΑΧΕΜ.
ΖΕΛΦΑ
Ρώτησα μια γυναίκα της πόλης. Μου είπε πως υπάρχει στην πόλη
μια γριά που ξεγεννάει.

ΙΑΚΩΒ
Να την πάρουμε όταν έρθει η    ώρα. Η Ραχήλ    είναι αδύνατη.
Θα χρειαστεί  βοήθεια.

ΖΕΛΦΑ
Όταν    ξαναπεράσει η γυναίκα θα    της  το πω. Με το  ζόρι  την κατά-φερα να μου  μιλήσει.  Δε  στέκονται…

ΛΕΙΑ (Γνέθοντας)
Μας αποφεύγουν οι  ντόπιοι.

ΙΑΚΩΒ
Είναι  νωρίς ακόμα. πρέπει να μας μάθουν, να δουν πως είμαστε καλοί
και νοικοκυραίοι άνθρωποι κι ύστερα θα ξανοιχτούνε.

ΛΕΙΑ
Ηρθε ο Φαρέν από τα κοπάδια. Τρεις αγελάδες γεννήσανε σήμερα.
ΙΑΚΩΒ
Δοξασμένο να ‘ναι το όνομα του Κυρίου. Όλα καλά μας τα κάνει. Αν βρού¬με και νερό στα καινούργια πηγάδια, τότε θα ‘μαστε καλλίτερα.
(Στη Ζελφά)
Φώναξε μου τον Αραχέμ.
(Η Ζελφά βγαίνει).
Η Δίνα άργησε. Στείλε κάποιον να    δει.

ΙΑΚΩΒ
Μόνη της πήγε;

ΛΕΙΑ
Με  τη    Ρόνι.

ΙΑΚΩΒ   
Είναι     μεγάλη και μυαλωμένη κοπέλα. Όταν είναι  αυτή  μαζί  με
τη Δίνα μη  φοβάσαι.

ΛΕΙΑ
Είναι πολλή ώρα που φύγανε και  βγήκα έξω να δω και δεν τις
πήρε το μάτι μου.

ΙΑΚΩΒ
Ο ήλιος είναι ψηλά ακόμα.

ΛΕΙΑ
Αν αργούσε ο Ιωσήφ θα ‘χες στείλει δέκα ανθρώπους.

ΙΑΚ.ΩΒ
Ο Ιωσήφ είναι  μικρός ακόμα. Μη  με κακοπαίρνεις Λεία. Όλα τα παιδιά μου  τ’ αγαπάω.

ΛΕΙΑ
Αυτό που σου λέω εγώ.

ΙΑΚΩΒ
Καλά, θα πω του Αραχέμ να στείλει κάποιον. Ησύχασε .
(Μπαίνει ο Αραχέμ και προσκυνάει)

ΑΡΑΧΈΜ
Προσκυνώ αφέντη.

ΙΑΚΏΒ
Πώς  τα βλέπεις τα πηγάδια Αραχέμ; Θα δώσουνε νερό;

ΑΡΑΧΕΜ
Πρέπει αφέντη. Ο γείτονας στην Ανατολή    έχει τρία γεμάτα
πηγάδια. Ο βορεινός τα ίδια. Φαίνεται πως η    περιοχή έχει νερό. Κι ο γερο-Ιωβήλ αυτό λέει.

ΙΑκΩΒ
Ο Φαρέν λέει γεννήσανε τρεις αγελάδες. Τις είδες;





ΑΡΑΧ΄ΕΜ
Ναι αφέντη. Καλά είναι τα ζώα. Η μία δυσκολεύτηκε, είπαμε πως δε θα το βγάλει ζωντανό όμως τα κατάφερε.

ΙΑΚΏΒ
Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Κυρίου. Κι ας δώσει να γεννήσει καλά και η Ραχήλ. Τράβα να ησυχάσεις Αραχέμ. Προτού, στείλε κάποιον να φέρει τη Δίνα.
ΑΡΑΧΈΜ
Πάω αφέντη. Μόνο ένα πράγμα να σου πω για να το ξέρεις. Δεν
είναι σπουδαίο, αλλά μη σου κάνει κανείς τίποτα παράπονα…

ΙΑκΩΒ
Τι;

ΑΡΑΧΕΜ
Να, αρπαχτήκανε οι προβατάδες μας με τους ντόπιους για δυό ζώα.

ΙΑΚΩΒ
Δε σας είπα να μην πιανόσαστε-να προσέχετε; Είμαστε ξένοι
Εδώ Αραχέμ!

ΑΡΑΧΕΜ
Δεν έγινε τίποτα αφεντικό. Μπροστά στους ξένους μάλωσα τους δικούς μας. Ησύχασαν τα πράγματα. Μόνο για να το ξέρεις  στο είπα. {Απέξω ακούγεται θόρυβος και κλάματα γυναικεία.)

ΛΕΊΑ
Τι να συμβαίνει; (Αφήνει το γνέσιμο και βγαίνει)

ΙΑΚΩΒ
θα τσακώθηκαν τίποτα γυναίκες. (Περιμένει να δει τι έγινε. Μπαίνει η Λεία. Από πίσω της έρχεται η Μελχά σπρώχνοντας μπροστά της τη Ρόνι, που για προστασία έχει κολλήσει πάνω της.)

ΛΕΙΑ( θρηνώντας)
Πάει  το παιδί  μου! Πάει  το κορίτσι μου! Μου  το πήρανε. Πάει το
μοναχοκόριτσό  μου!

ΙΑΚΩΒ
Τ’ είναι αυτά που λες; Τι Θα πει… Ποιός το πήρε;
(Στη Μελχά)
Τι έγινε;

ΜΕΛΧΑ
Ο γιος του Εμώρ άρπαξε τη Δίνα.

ΙΑΚΩΒ
Ο γιος του άρχοντα-ποιος; Ο Συχέμ;
(Η Μελχά κοιτάζει ερωτηματικά τη Ρόνι. Εκείνη γνέφει ναι).
Πώς έγινε; Πότε; Πες μου.

ΛΕΊΑ
Πάει το κορίτσι μου. ΤΟ ‘λεγα εγώ.
(Στη Ρόνι)
Και συ που είχες τα μυαλά σου; Ω! Δυστυχία μου!

ΙΑΚΩΒ (Βάζει τη Λεία να καθίσει)
Σώπασε να δούμε τι έγινε.
(Στη Ρόνι)
Λέγε επιτέλους κορίτσι, τί έγινε;
(Η Ρόνι κλαίγοντας πέφτει μπροστά στα πόδια του Ιακώβ. Δυνατά)
Σταμάτα τα κλάματα και μίλα.

ΡΟΝΙ
Εγώ της  έλεγα να    γυρίσουμε αφέντη. Δε  μ’ άκουγε.

ΑΡΑΧΕΜ
(Πλησιάζει,  τη Ρόνι)
Μη    φοβάσαι. Άσε     τα κλάματα    και  μίλα.  Λέγε.

ΡΌΝΙ
Εκεί που περπατούσαμε ήρθανε δύο άρματα. Στο ένα ήτανε ο Συχέμ ο άρχοντας. Κατέβηκε και μας μίλησε .Είπε της Δίνας να πάει μαζί του. Εκείνη δεν πήγαινε και την άρπαξε ο ίδιος. Την έβαλε στο άρμα του και φύγανε.

ΛΕΙΑ Κορίτσι μου!

ΙΑΚΩΒ
Δε μπορώ να το πιστέψω. Ο Εμώρ να το κάνει αυτό σε μένα;.. Ήξερε ποια είναι η Δίνα;

ΡΟΝΙ
Του το είπε. Του είπε για τ’ αδέρφια της, του είπε για σένα αφέντη, τίποτα εκείνος. Την πήρε. Του μίλησα κι εγώ αφέντη. Έπεσα στα πόδια του. Τον παρακάλεσα. Μ’ έκανε πέρα. Δε φταίω κυρά μου...της έλεγα να γυρίσουμε.., δε μ’ άκουγε. Τί να ’κανα;

ΙΑΚΩΒ (στη Ρόνι)
πήγαινε.
(Η Ρόνι οπισθοχωρεί κλαίγοντας και προσκυνώντας και βγαί¬νε ι .Η Ζελφά βγαίνει πίσω της)
Το παλιόσκυλο!

ΛΕΙΑ
Σαν τα μάτια μου    τη φύλαγα. Σα λουλουδάκι τη μεγάλωνα. Γιατί; Για να τη χαρεί ένας    αγριάνθρωπος
(Κλαίγοντας κρύβει το κεφάλι στις παλάμες της)

ΑΡΑΧΕΜ
Αφεντικό, να ετοιμάσω τους άντρες; Θα ‘χουμε φασαρίες;

ΙΑΚΩΒ
Όχι. Αυτό όχι. Πήγαινε για την ώρα Αραχέμ. Και να μην πείτε σε
κανέναν τίποτα.
(Ο Αραχέμ βγαίνει).

ΛΕΙΑ
Στείλε να το μηνύσεις στ’ αδέρφια της μήπως αυτά κάτι κάνουν. Γιατί να μ’ ακούσεις θεέ μου και να μου το δώσεις κορίτσι το παιδί αυτό; Στο ζήτησα για να μην είναι αγόρι πάλι και ζηλεύει η αδερφή μου, και συ μ’ άκουσες. Ας μη μιλούσα καθόλου. Τώρα δε θα μ’ έβρισκε τούτο το κακό.

ΙΑΚΩΒ
Δεν το ‘ξερα αυτό.
ΛΕΙΑ
Το ξέρεις τώρα. Και τι αλλάζει; Ω! Δυστυχία!

ΙΑΚΩΒ
Έτσι ήθελε ο Κύριος έτσι έγινε. Μην αμαρταίνεις. Μόνο μπορούσα πες να την είχα δώσει του Ησαύ. Για χάρη σου όμως δεν το ‘κανα -δε θα περνούσε καλά τα κορίτσι μαζί του.

ΛΕΙΑ
Θα στείλω να το μηνύσω στα παιδιά. Αυτά κάτι θα κάνουν.

ΙΑΚΩΒ
Κοίταξε πώς θα τους το πεις. Μη τους αγριέψεις. Και να μην κάνουν τίποτα αν πρώτα δε μιλήσουν μαζί μου.
(Η Λεία βγαίνει)








ΣΚΗΝΗ ΪΡΙΤΗ
Χωράφια του Ιακώβ.
ΣΥΜΕΏΝ, ΛΕΥΊ, ΡΟΥΒΊΝ, ΙΟΥΔΑΣ, ΙΣΣΆΧΑΡ,ΔΑΝ, ΖΑΒΟΥΛΏΝ, ΝΕΦΘΑΛΕΙΜ,
ΓΑΔ,ΑΣΉΡ.


ΣΥΜΕΩΝ
Τ’ ακούσατε  όλοι  αδέρφια. Ο Συχέμ ατίμασε  την αδερφή  μας. Θ’ αφήσου¬με ανεκδίκητη  την  τιμή  της; Και πώς  θ’ αντικρύσουμε αύριο  τον κόσμο που θα λέει «τι  τα ’θελε τόσα αδέρφια αφού άφησαν  το Συ¬χέμ να τους  την πάρει»
;
ΛΕΥΙ
Και τί να κάνουμε; Ο Συχέμ είναι ο άρχοντας της χώρας. Έχει
άντρες και όπλα. Εμείς τί έχουμε;

ΣΥΜΕΩΝ
Έχουμε τα σπαθιά μας. Κι  έχουμε κι  εμείς άντρες. Κι η Δίνα είναι αδερφή  μας. Μην περιμένετε απ’ τον πατέρα μας  να δράσει. Εκείνος όλα τα θέλει να γίνουν ήσυχα. Ησυχία ησυχία, να τώρα που ο Συχέμ ατίμασε την αδερφή  μας. Σα να ήτανε  μια πόρνη  της  φέρθηκε, Είμαστε όλοι αδέρφια της εδώ. Μα εμείς  οι έξη είμαστε αδέρφια της κι απ’ την  ίδια κοιλιά. Λοιπόν  τι λες αδέρφι Ρουβήν;

ΡΟΥΒΗΝ
Λέω να βρούμε ένα τρόπο να πάρουμε πίσω τη Δίνα χωρίς να χυθεί αίμα. Γιατί θα χυθεί το δικό μας αίμα.

ΣΥΜΕΩΝ
Αδερφέ μου σε σέβομαι γιατί είσαι μεγαλύτερος. Όμως να με •
συμπαθάς, κι αν μας δώσει μόνος του πίσω το κορίτσι φεύγει και η ντροπή;

ΡΟΥΒΊΝ
Είναι  πολλοί οι Συχεμίτες.

ΣΥΜΕΏΝ
Είναι  πολλοί αλλά μας ατίμασαν.

ΡΟΥΒΗΝ
Και  τι λες να κάνουμε Συμεών Ορίστε, πες μας  το σχέδιο σου.
ΣΥΜΕΏΝ
Το σχέδιο μου είναι να πάρουμε πίσω την τιμή μας. Δεν ξερω ακόμα πώς. Και σας ρωτάω: θα με βοηθήσετε σ’ αυτό το σκοπό; Είμαστε άντρες πια. Μπορούμε και πιάνουμε όπλα στα χέρια μας. Στύβουμε την πέτρα και βγάζει νερό.

ΙΟΎΔΑΣ
Όλοι θέλουμε να βοηθήσουμε. Όλοι λυπηθήκαμε και πονέσαμε για
την αδερφή μας. Πρέπει να μάθουμε σ’ αυτόν τον χυδαίο ότι μπορεί να είναι άρχοντας, μα πρέπει να μας σέβεται. Αυτό πρέπει να ‘ναι το μάθημά του. Και να ‘ναι σκληρό μάθημα.

ΣΥΜΕΏΝ
Ισσάχαρ;..

ΙΣΣΆΧΑΡ

Ότι αποφασίστε κι εγώ μαζί σας.

ΣΥΜΕΏΝ
Εσύ Ζαβουλών είσαι μικρός κι εσύ όμως θα βοηθήσεις από
Κοντά. Εσείς οι άλλοι αδέρφια τί λέτε;

ΔΑΝ
Κι αν η Δίνα δεν είναι αδερφή μας από κοιλιά, όμως σε όλους έγινε η προσβολή. Ένας άπιστος να κλέψει την αδερφή μας… την κόρη του Ιακώβ... Αδέρφια, ξέρω μια κρυψώνα δίπλα στο δρό¬μο που περνάει ο Συχέμ. Αν μ’ αφήστε, αύριο κιόλας ο Συχέμ θα ‘ναι νεκρός. Θα λουφάξω εκεί, κι όταν πλησιάσει το άρμα του, θα πεταχτώ και όπως δαγκώνει το φίδι, έτσι θα τον χτυπήσω. Και θα σπαρταράει σα σφαγμένο πρόβατο στο χώμα πάνω.

ΣΥΜΕΏΝ
Δαν αδέρφι, κράτα το θυμό σου για την ώρα που θα χρειαστεί. Αδέρφια, ακούστε με καλά. Ήρθαμε από έναν τόπο όπου ήμασταν ξέ¬νοι σ’ άλλον τόπο, όπου κι εδώ είμαστε ξένοι. Όπως ήταν κι ο πατέρας μας κι ο πάππους μας κι ο προπάππος μας. Και ξέρετε-γιατί να σας τα λέω-τη δυστυχία που τραβάει ο ξένος. Ως πότε αδέρφια; Ο θεός του πατέρα μας είπε σ’ αυτόν πως θα του δώσει αυτή τη γη δική του και στους απογόνους του, σε σας και σε μένα. Το ίδιο είπε και στον Ισαάκ, το ίδιο είπε και στον Αβραάμ. Αυτά μας λέει και μας ξαναλέει ο πατέρας μας για χρόνια τώρα. Ο θεός όμως δε θα διώξει έτσι ξαφνικά όλους τους Χαναναίους για να μας δώσει έτοιμη τη γη να την κάνουμε δική μας. Πρέπει να δουλέψουμε κι εμείς γι αυτό. Εγώ, αυτό που έγινε με τη Δίνα, το βλέπω σαν μια ευκαιρία να γίνουν αληθινά τα λόγια του θεού τώρα, από μας, για μας. Ας αρχίσουμε από τους Συχεμιτες αδέρφια, (σιωπή)

ΓΑΔ
Εγώ είμαι πρώτος γι αυτό. Όμως πρώτα θέλω να μάθω τί ακριβώς έγινε. Η Δίνα είναι αδερφή σας και την ξέρετε καλλίτερ' από εμάς -δεν μπορεί να της άρεσε ο Συχέμ;

ΣΥΜΕΩΝ
Στην αδερφή μας ν’ αρέσει ένας αλλόπιστός; Δαν αδερφέ μου ούτε
να το σκεφτείς πάλι αυτό. Ποτέ δε θα ‘κανε η Δίνα κάτι τέτοιο.

ΓΑΔ
Παίρνω πίσω το λόγο μου αδέρφι. Και ξέρω πως εσύ πονάς περισ¬σότερο απ’ όλους μας γιατί είσαι ο αγαπημένος της αδερφός. Γι αυτό δε δευτερώνω την κουβέντα μου. Είμαστε και μεις οι άλλοι μαζί σας. Όμως χρειάζεται περίσκεψη.

ΝΕΦΘΑΛΕΙΜ
Άκουσα ότι ο Συχέμ έχει κοντά του πάντοτε τρακόσους άντρες.
Και ότι μπορεί να μαζέψει τρεις χιλιάδες μέσα σε μια μέρα.

ΔΑΝ
Κι έχουνε όπλα και χάλκινα σπαθιά. Πρέπει να τους πιάσουμε
στον ύπνο. Και γρήγορα, πριν ξυπνήσουν.
ΑΣΗΡ
Αν  ζητήσουμε  να μας   βοηθήσει    κι ο  θείος  μας  ο Ησαύ;

ΣΥΜΕΩΝ
Οχι. Αυτός θα τα θέλει όλα δικά του. Θα τα καταφέρουμε μόνοι μας. Ας πάμε τώρα στην κατασκήνωση να δώσουμε θάρρος στις γυναίκες. Και κουβέντα στον πατέρα μας για τα σχέδια μας. Και να μη μάθει τίποτα ο Ιωσήφ γιατί θα το προλάβει αμέσως στον πατέρα. (Βγαίνουν όλοι ένας ένας και μένουν στο τέλος ο Συμεών με τον Λευί)

ΛΒΒΊ
Λες να ήρθε η ώρα να κάνουμε δική μας τη Χαναάν;
ΣΥΜΕΏΝ
Δεν ξέρω. Όμως αν δεν προσπαθήσουμε και  Να ήρθε θα ξαναφύγει.
(Βγαίνουν)





ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
Παλάτι του 3μώρ.
ΣΥΧΕΜ, ΔΙΝΑ, ΥΠΗΡΈΤΡΙΕΣ

ΣΥΧΞΜ(Τελειώνει το ντύσιμό του. Η Δίνα στο κρεβάτι καθιστή) Πενήντα στρατιώτες είναι πάντα έτοιμοι δίπλα μου να με προστατεύουν και να με υπηρετούν. Η χώρα μου είναι πλούσια. Ότι πεις, το δίνει το χώμα της. Με τους γείτονες μου καλά τα πάω. Όλοι μέσα στη χώρα με φοβούνται και με υπολογίζουν. ‘Όλα όσα έχω θα γίνουνε δικά σου. Θα είσαι η πρώτη ανάμεσα στις γυ¬ναίκες μου. Και τ’ αδέρφια κι ο πατέρας σου θα ‘χουν ότι θέλουν. Μόνο να γίνεις γυναίκα μου. Θα στείλω τον πατέρα μου να σε ζητήσει από τον δικό σου.(Την πλησιάζει).Είσαι το ομορφότερο λουλούδι της χώρας μου. Μπροστά σου δε βάζω όλες τις παλλακί¬δες μου μαζί. Όταν γίνω άρχοντας εγώ στη θέση του πατέρα μου, εσύ θα είσαι η δεύτερη στη χώρα μετά από μένα.

ΔΙΝΑ
Αν με είχες ζητήσει από τον πατέρα μου, τότε όλα θα ήταν αλλιώς.  Τώρα είναι εχθρός σου. Εσύ τον έκανες κλέβοντάς με.

ΣΥΧΕΜ
Ο πατέρας σου δε θα πει όχι. Μου το είπε ο πατέρας μου. Τον έχει καταλάβει καλά. Φοβάται. Σ’ έκλεψα γιατί είμαι ο άρχοντας. Όποια γυναίκα θέλω, το ‘χει τιμή να ‘ρθει στο κρεβάτι μου.
(Χτυπάει ένα χάλκινο ηχείο κου βρίσκεται κρεμασμένο από το ταβάνι. Εμφανί¬ζεται ένας υπηρέτης που υποκλίνεται)
Φέρε τα φορέματα για τη βασίλισσα. Και να μου φωνάξεις τις καλλίτερες δούλες να τη ντύσουν
(ο υπηρέτης υποκλίνεται και βγαίνει)
Θα σού φέρουν τα καλλίτερα φορέματα που υπάρχουν στη χώρα, φερμένα από την Ασσυρία, από τη Χαλδαία, από την Αίγυ¬πτο. Θα διαλέξεις όποια κι όσα θέλεις. Και θα διατάζεις τις κοπέλες αυτές-είναι δούλες σου. Θα πάω να βρω τον πατέρα μου να πάει στον δικό σου.

ΔΊΝ Α
Ανάποδα το έκανες. Πρώτα ζητάνε κι ύστερα παίρνουν.

ΣΥΧΕΜ
Είμαι ο άρχοντας.

ΔΙΝΑ
Και μένα δε με ρωτάς; Δεν είπα το ναι ακόμα.

ΕΥΧΙΜ
Σου αρέσω. Κι αφού σου αρέσω θα το πεις.
(Βγαίνει)

ΔΙΝΑ (Σηκώνεται από το κρεβάτι)
Έπεσες στην παγίδα μου Συχέμ. Στην ώρα σου πέρασες από το μέρος όπου μ’ ήβρες. Και δεν μπόρεσες ν’ αντισταθείς στα κάλλη του κορμιού μου-και ποιος θ’ αντιστεκότανε σε τούτο το κορμί... Κι αν βγάλω όχι το βέλο μου μόνο, αλλά κι όλα τα ρούχα που το σκεπάζουν, ψεγάδι ουτ’ ένα δε θα βρεις στα τόξα του,. Όμως μακριά 'πο μένα ο πόθος σου Συχέμ. Αν εθνικός δεν ήσουνα κι αν άλλονε δεν αγαπούσα, τότε μπορεί και να γινόμουνα γυναίκα σου. Γιατί βλέπω πώς κάτω από την αγριάδα σου κρύβετ' ένας ανόητος που θα μπορούσα να τον κάνω ότι θέλω. Όταν το κεφάλι σου θα πέφτει κάτω από το σπαθί του αγαπημένου μου, τότε θα δούμε πόσο είσαι άρχοντας. Πήγαινε φέρνε δούλους να με υπηρετούνε. Φέρνε δούλες να με συντροφεύουνε. Ντύσε με, φκιασίδωσέ με. Μ' αν τα κρατούσα ολ’ αυτά με αντίτιμο την προδοσία της φυλής μου, άξια θα ήμουνα για την πιο μεγάλη περιφρόνηση. Όμως είμαι έξυπνη. Θα κρατήσω και τα πλούτη σου και την τιμή μου.
(Μπαίνουν οι υπηρέτριες).

Α'ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ   
Κυρά μου προσκυνώ. Εγώ και οι τρεις συντρόφισσές μου είμαστε οι δούλες σου. Μας έστειλε ο άρχοντας για να σου φέρουμε φουστάνια. Διάλεξε όποιο θέλεις κυρά μου. Μα θαρρώ θα τα κρατήσεις όλα-στην ομορφιά σου ται¬ριάζει κάθε ρούχο.

ΔΊΝΑ
Σ’ ευχαριστώ καλή μου και για τα καλά σου λόγια και για τα φορέματα. Βοήθησέ με να φορέσω αυτό.

Β ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ   
Αυτό κυρά μου είναι πράγματι ωραίο. Με σχέδια καμωμένα απ' τον καλλίτερο Φερεζαίο τεχνίτη. Κοίτα το πουλί αυτό που σκύβει για να τσιμπήσει κάτι. Δεν είναι σαν αληθινό;

Γ'ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ   
Κι όταν θα το φορέσεις κυρά, θα ‘ναι σα να βοσκάει στου στήθους σου το περιβόλι.

ΔΙΝΑ
θα βάλω κι αυτή  τη ζώνη  μαζί. Πολύ  μ’ αρέσει.

Δ΄ ΥΠΗΡΈΤΡΙΑ    ,
Και  το βέλο τούτο κυρά μαζί πάνε. Και τα σαντάλια. Πάλι  μπορείς να δοκιμάσεις και  τούτα…

ΔΊΝΑ
Θα κρατήσω ετούτο. Κι  αυτά. Μη φύγετε όμως ακόμα. Καθίστε καλές μου, θέλω συντροφιά. Μου λείπουν  οι  δικοί  μου.
Α΄ ΥΠΗΡΈΤΡΙΑ   
Κυρά μου έτσι είναι στην αρχή. Μα συνηθίζεται. Και πολύ γρηγορότερα  σαν είσαι κυρά κι  όχι δούλα.

ΔΊΝΑ
Μετά  'πο δω θέλω να βγω μαζί σας  μια βόλτα. Θέλω να μου  μά¬θετε το παλάτι, τον κήπο του και τα γύρω. Κι αν είσαστε καλές μαζί  μου  δε  θα ’χετε να φοβηθείτε  τίποτα. Ο άρχοντας θα κάνει  για σας ό, τι του πω.

Α΄ ΥΠΗΡΈΤΡΙΑ
Κυρά μου, καμιά μας δε  θα σου πει  όχι σε ότι  ζητήσεις. Μόνο πες το και  θα γίνει.





ΣΚΗΝΗ ΠΕΜΠΤΗ
ΙΑΚΩΒ, ΛΕΥΊ, ΣΥΜΕΏΝ, ΡΟΥΒΗΝ, ΑΡΑΧΈΜ,ΕΜΏΡ.
Τόπος: σκηνή του Ιακώβ στην Κατασκήνωση.

ΙΑΚΩΒ   
Έρχεται ο Εμώρ για να με δει. Δε θα του φερθούμε άσχημα. Είμαστε ξένοι!

ΛΕΥΙ
Ο γιός του δε φέρθηκε άσχημα στην αδερφή μας;

ΙΑΚΩΒ   
Έρχεται να μας δει. Ας δούμε τι θέλει.

ΣΥΜΕΩΝ
Ο, τι και  να πει και  ό τι και  να κάνει, μπορεί  να ξεπλύνει τέτοια προσβολή;

ΙΑΚΏΒ
Λοιπόν τι; Θα πρέπει να καταστραφούμε όλοι επειδή της Δίνας της αρέσει ο περίπατος; Τί θέλετε; Να πολεμήσουμε τον Αμώρ; Δεν έχουμε τις δυνάμεις. Βέβαια θα κάνουμε τον Αμώρ να καταλά¬βει πως αυτό που έκανε ο γιος του είναι άνομο. Κι ύστερα θα τι- ανάλογα τι θα πει ο άρχοντας.

ΡΟΥΒΉΝ
Πάντοτε σέβομαι τη γνώμη του πατέρα. Και προχωρώ και δίνω κι ένα δίκιο στον Εμώρ. Είδε μπροστά του ένα όμορφο κορίτσι, άρχον¬τας είναι, το πήρε-ξέρουμε όλοι πως αυτά συνηθίζονται από τους άρχοντες. Και είμαστε άντρες και μεις και ξέρουμε τι ση¬μαίνει να σ’ αρέσει μια γυναίκα και να μη μπορείς να την έχεις. Κι έπρεπε και μεις να κρατούμε το κορίτσι στο σπίτι αν δε θέ¬λαμε να της συμβεί κάτι τέτοιο. Αυτά που λέω δε θα τα πω βέβαια μπροστά στον Αμώρ. Ούτε τον δικαιολογώ. Είναι φταίχτης απεναντί μας. Εκείνο που πρέπει νομίζω είναι, όπως λέει κι ο πατέρας, να περιμένουμε να δούμε τι θα πει ο Εμώρ-με τι διαθέσεις έρχεται και ανάλογα να πράξουμε.

ΣΥΜΕΏΝ
Με τι διαθέσεις  μπορεί  να έρχεται αδερφέ; Κι ακόμα κι αν  έπεφτε γονατιστός και ζήταγε συγνώμη , εμείς  θα τόνε συγχωρούσαμε;

ΡΟΥΒΗΝ
Όχι αδκρφέ, μα τί  να κάνουμε, πες.

ΣΥΜΕΏΝ
Δεν ξέρω, ότι μας φωτίσει ο θεός του πατέρα μας.

ΙΑΚΏΒ
Τώρα μίλησες σωστά παιδί μου. Ο θεός μου ποτέ δεν με άφησε ξεκρέμαστον. Πάντοτε με βοηθούσε στις δύσκολες ώρες. θα με βοηθή¬σει και τώρα.
ΡΟΥΒΉΝ
Πατέρα, ο θεός σου είναι και θεός μας. Κι αφού σε βοηθάει όλοι μας τον αγαπούμε. Είπες ότι σου είπε για τη Χαναάν πως θα γίνει δικιά μας. Μήπως ήρθε η ώρα πατέρα;

ΙΑΚΏΒ
Όχι παιδί μου. Όταν έρθει η ευλογημένη αυτή ώρα ο θεός θα μου το φανερώσει.
(Μπαίνει ο Αραχέμ)

ΑΡΑΧΕΜ 
Αφέντη έρχεται ο Εμώρ.
(βγαίνει)

ΙΑΚΏΒ
Καλώς να έρθει. Τον περιμένουμε. 
 (Σηκώνονται  όλοι  ορθοί ,Μπαίνει  ο Εμώρ)

ΕΜΏΡ
Ιακώβ σε χαιρετάω και σένα και  την παρέα σου.

ΙΑΚΏΒ   (υποκλινόμενος)
Κι εγώ σε χαιρετώ άρχοντα Εμώρ. Κι αυτά είναι  τρία από τα παιδιά μου.
Ο Ρουβήν, ο  Συμεών, ο Λευί.
(τα παιδιά υποκλίνονται)






ΕΜΩΡ

Εύχομαι ο θεός να δίνει σε σένα και στα παιδιά σου όλα τα καλά. Ιακώβ, έρχομαι για να αλλάξω ένα κακό σε καλό. Ο γιός μου ο Συχέμ είναι νέος. Και τα ξέρεις τα νιάτα. Βράζει το αίμα τους. Και βέβαια ξέρεις πως η κόρη σου η Δίνα είναι μαζί του. Την άρπαξε. Ξέρω πόσο λυπάσαι κι ας μη το δείχνεις. Λυπάμαι κι εγώ μαζί σου. Είμαι πατέ-ρας κι εγώ. Στενοχωριέμαι και σαν άρχοντας της χώρας και σα γείτονας σας. Θα ήθελα να είμαστε καλοί γειτόνοι κι όχι να βλέπει ο ένας τον άλλο με μισό μάτι. Και θέλω όσοι μένουνε στη χώρα μου να μη με φοβούνται ούτε να με αποφεύγουν σα να ήμουνα εχθρός τους. Γι αυτό έχω να σας πω αυτά τα λόγια. Και σας λέω από πριν πως με ότι πω συμφωνεί κι ο γιός μου ο Συ-χέμ-αυτός μ’ έστειλε. Ο γιος μου έδωσε την καρδιά του στη θυ¬γατέρα σου. Και δε θέλει να την κρατάει στο παλάτι χωρίς την έγκρισή σας. Θέλει να την παντρευτεί. Και θα την έχει πρώτη στη σειρά απ’ όλες τις γυναίκες του. Και όχι μόνον ο Συχέμ κι η  Δίνα, αλλά σου προτείνω να αρχίσουνε να συμπεθερεύουνε οι Συχεμίτες με σας. Γη πολλή έχουμε. Χωράμε κι εμείς κι εσείς κι άλλοι τόσοι. Και αν γίνει αυτό τότε θα είσαστε ισότιμοι με μας. Θα έχετε την άδεια να πηγαίνετε σε όποιο μέρος της Χαναάν θέλετε και θα εμπορεύεστε ελεύθερα. Κι αν συμφωνήσεις και δώσεις την κόρη σου στο γιό μου, για προίκα εγώ θα σου δώσω κι όσα κι ό,τι ζητήσεις. Μόνο πες το και θα γίνει. Ήρθα ο ίδιος εδώ γιατί και σένα σκέφτηκα και την ευτυχία του γιου μου. Αποφάσισε και πες μου Ιακώβ.

ΙΑΚΩΒ
Άρχοντα Εμώρ τι ν’ αποφασίσω και τι να πω. Ο γιός σου άρπαξε το κορίτσι μου. Πρόσβαλε και μένα και τη φυλή μου. Εκτιμάω που ήρ-θες εδώ εσύ ο ίδιος για να μας ζητήσεις το κορίτσι μας, όμως καλλίτερα θα ήταν αν ερχόσουν πριν ο γιός σου αρπάξει τη θυ¬γατέρα μου. Τώρα τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Γιατί δεν είναι εσύ κι εγώ που μιλάμε. Τώρα έχουν λόγο και τα παιδιά μου. Είναι άντρες πια κι ας μιλήσουν. Κι ύστερα σου λέω κι εγώ το δικό μου λόγο.

ΡΟΥΒΗΝ
Άρχοντα, έτσι το ‘χετε σεις εδώ; Ν’ αρπάζετε τα κορίτσια του κόσμου; Θα σου πω τούτο κι ας με μαλώσει ο πατέρας μου γι αυτή μου την ασέβεια. Άλλη φορά να εξετάζει πρώτα ο γιός σου ποια είναι η κοπέλα που αρπάζει προτού την αρπάξει. Γιατί φέρθηκε στην αδερφή μας σα να ήταν πόρνη. Όσο για τώρα, δεν ξέρω τι να πω. Θέλω πρώτα να ξαστερώσει το μυαλό μου κι υστέρα θα κουβεντιάσω με τ’ αδέρφια μου και θα σου πούμε.

ΣΥΜΕΩΝ
Άρχοντα, έχουμε όλο το δίκιο. Αυτό είναι το ένα. Το άλλο είναι πως ότι έγινε δεν ξεγίνεται. Πραγματικά δε βλέπω τι άλλο εκτός από το γάμο θα μπορούσε να γίνει. Ο γάμος αυτός κι εμάς θα μας ικανοποιήσει, έστω εκ των υστέρων, και το γιό σου, αφού λες πως αγάπησε την αδερφή μας. Ένα είναι όμως το μεγάλο εμπόδιο γι αυτό το γάμο. Πως εμείς όλοι έχουμε κάνει περιτομή και σεις είσαστε απερίτμητοι. Η περιτομή είναι βασικό στοιχείο της λατρείας μας και ποτέ μέχρι τώρα δε δώσαμε δικό μας κορίτσι σε άντρα που έρχεται από απερίτμητη φυλή. Μπορούνε να ταιριάξουνε τα πράγματα αν και της δικής σου φυλής οι άντρες κά¬νουνε περιτομή. Έτσι θα δείξετε πως δεν είσαστε εχθροί μας και  τότε  δε  θα υπάρχει  εμπόδιο για  το γάμο. Αν  όμως  δεν κά¬νετε περιτομή, θα πάρουμε πίσω την αδερφή  μας  και  θα φύγουμε. Τί λέτε αδέρφια;
ΛΕΥI
Μόνο έτσι μπορούμε να δεχτούμε το γάμο.

ΙΑΚΏΒ
Σωστή κουβέντα.

ΕΜΩΡ
Είναι  σωστή η  γνώμη  σας. Και  σας ομολογώ πως  ταιριάζει και  με τη  δική  μου γνώμη. Η περιτομή  θα μας φιλιώσει και  με άλλους λαούς  που περιτέμνονται. Θα το  δεχτεί και  ο Συχέμ γιατί  αγαπάει  τη Δίνα. Σας ευχαριστώ για την καλή λύση που δώσατε στο πρόβλημα μας. Και  τώρα να φύγω.

ΙΑΚΏΒ
Άρχοντα, το ’χουμε συνήθειο να φιλεύουμε τον ξένο που μπήκε στο σπίτι   μας. Κάτσε να φάμε.

ΕΜΏΡ
θα πάω να πω τα χαρούμενα νέα στον Συχέμ. Θα φάμε και θα πιούμε όλοι  μαζί στο γάμο. Γεια σας.




ΣΚΗΝΗ ΈΚΤΗ   

Το σπίτι  ενός Συχεμίτη.

ΝΟΙΚΟΚΥΡA, Β' ΓΕΙΤOΝΙΣΣΑ, ΑΝΤΡΑΣ ΣΥΧΕΜΙΤΗΣ

ΝΟΙΚΟΚΥΡΑ    (Κοπανίζοντας  στάρι  σένα γουδί)
 Και  θα την παντρευτεί;

Β' ΓΕΙΤΌΝΙΣΣΑ
θα την  παντρευτεί . Πήγε ο  ίδιος ο άρχοντας στον πατέρα της και τη ζήτησε.

ΝΟΙΚ.
Είναι άρχοντας κι αυτός;

Β'Γ.
Λένε πως έχει πολλά ζώα. Άρχοντας όμως δεν είναι.

ΝΟΙΚ.
Ακούω πως είναι άπιστοι. Δεν πιστεύουν στον Μαρντάκ. Πώς θα πάρει ο γιός του άρχοντα γυναίκα άπιστη;

Β'Γ.
Ναι. Είναι άπιστοι. Κάνουνε  θυσίες σε δικό τους, ξένο  θεό.

ΝΟΙΚ. Ποιον; 

Β'Γ.
Δεν ξέρω. Και  δεν  του φτιάχνουν αγάλματα ούτε ζωγραφιές λέει.

ΝΟΙΚ.
Τότε πού πιστεύουν; Στον αέρα; Άλλο και τούτο…

Β'Γ.
Ο θεός τους παρουσιάζεται ο ίδιος λέει μπροστά τους.

ΝΟΙΚ.
Και με τέτοιους ανθρώπους κάνει συμπεθεριό ο άρχοντας;

Β'Γ.
Μη στενοχωριέσαι συ. Για να δέχτηκε τέτοιο πράγμα ο άρχοντας θα πει πως έχει ψωμί η υπόθεση. Θα κερδίσει πολλά.

ΝΟΙΚ.
Μακάρι  γιατί κάτι  θα μείνει και  για μας.

Β'Γ.
Ο θεός να δώσει. Σήμερα λέει θα τους εμίλαγε ο άρχοντας στην πύλη. Πήγε ο άντρας σου;

ΝΟΙΚ. Πήγε.

Β'Γ.
Να δούμε τι νέα θα σου φέρει.
(Ακούγονται βήματα)

ΝΟΙΚ.
Αυτός είναι. Κατά φωνή.

Β'Γ.   (Βιαστικά)
Φεύγω φεύγω…
(Βγαίνει. Μπαίνει  ο άντρας  Συχεμίτης).

ΝΟΙΚ.
Καλώς τον. Σας μίλησε ο άρχοντας;

ΑΝΤΡΑΣ ΣΥΧΕΜΙΤΗΣ
Μας μίλησε.

ΝΟΙΚ.       
Και τί σας είπε;

Α.Σ.
Μας είπε να κάνουμε περιτομή. Να τι μας είπε. Γιατί, λέει, έτσι θα κάνουμε φίλους τους τσοπάνηδες και    θα ‘χουμε δικά μας τα πρόβατά τους.

ΝΟΙΚ.
Πώς  θα τα ’χουμε δικά μας;

Α. Σ.
Δεν είπε. θα τους σκοτώσει και θα τα πάρει. Πώς αλλιώς;  Ζωντανός άνθρωπος αφήνει να του πάρουνε τα ζώα του; Άκου  περιτομή! Σε λίγο θα μας πει και να μην έχουμε είδωλα των θεών μας. Και θα μας πει να πιστεύουμε σε ένα θεό μόνο, αρκεί να βρει κι άλλη ευκαιρία για πλιάτσικο.

ΝΟΙΚ
Άντρα μου, αν το πει, βασιλιάς είναι, τι να κάνουμε;

Α.Σ.
Μα βρε γυναίκα, βάλε λίγο το μυαλό σου να δουλέψει. Εγώ μόνος μου μπορώ να κάνω παιδιά αν δεν είχα εσένα; Πώς ένας θεός μονάχα θα μπορούσε να γεννήσει όλους τους άλλους θεούς που βλέπουμε; Τον ήλιο, τη σελήνη, τη    γη, τ’ αστέρια... Φαντάσου τον Αμσού-
μεγάλη η χάρη του-χωρίς την Τιαμά. Πώς θα μπορούσε να κάνει όλα όσα έκανε;

ΝΟΙΚ.
Δίκιο έχεις άντρα μου.

Α.Σ.
Έχω μα πού να το βρω…

ΝΟΙΚ
Και θα κάνεις περιτομή κι εσύ;

Α.Σ.   
Ξέρω κι εγώ τι θα κάνω; Πονάει κιόλας λένε. Και πρέπει για πέντε μέρες να μείνουμε στο σπίτι ,μακριά από τις δουλειές μας.

ΝΟΙΚ.
Αφού το λέει ο άρχοντας κάνε το άντρα μου, ας μη του πάμε κόντρα.

Α.Σ.
θα δω τι θα κάνω. Βάλε κάτι να φάω και να κοιμηθώ γιατί αύριο έχω χωράφι.

ΝΟΙΚ.
Αμέσως άντρα μου.
(βγαίνει)

Α.Σ.
(μόνος)
Άκου περιτομή! Αλλά και πάλι πώς να πας κόντρα στον άρχοντα; Ύστερα τόσες φυλές κάνουν περιτομή, γιατί όχι κι εμείς; Μα να την κάνουμε για το χατίρι του Συχέμ... Τέλος. Ας ξημερώσει και θα το σκεφτώ πάλι. Άκου περιτομή…






ΣΚΗΝΗ  ΕΒΔΟΜΗ
Παλάτι του Εμώρ. Κήπος.  βράδυ.
ΔΙΝΑ, ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ, ΣΥΜΕΩΝ

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Κυρά μου ένα μήνα είσαι μαζί μας κι είναι σα να σε ξέρουμε χρόνια.  Είσαι  καλή κι απλή σαν κι εμάς κι ας είσαι αρχόντισσα.

ΔΙΝΑ
Δεν είμαι ακόμα αρχόντισσα. Πρόσεξε μήπως όταν γίνει ο γάμος αλλάξω.
(Γελάει)
Όχι καλή μου. Πάντοτε θα είμαι όπως τώρα. Με τους καλούς είμαι καλή.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Το φόρεμα του γάμου κυρά μου δε φαίνεται από τα διαμάντια και το χρυσάφι που έχει πάνω του.

ΔΙΝΑ
Ναι, μου αρέσει και μένα. Ο άρχοντας γύρισε;

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Ναι κυρά. Κουβεντιάζει με τον πατέρα του.

ΔΙΝΑ
Πήγαινε να του πεις πως είμαι εδώ και πως θ’ ανέβω σε λίγο να τον δω.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Κυρά μου είναι βράδυ. Πώς θα κάτσεις μόνη σου στον κήπο;

ΔΙΝΑ
Δεν είμαι μικρό παιδί να φοβάμαι . Θα έρθω σε λίγο. Πήγαινε.

ΥΠΗΡΕΤΡΙΑ
Μάλιστα κυρά.
(Υποκλίνεται, βγαίνει)

ΔΙΝΑ (Πηγαίνει προς την πόρτα του κήπου. Με προφύλαξη, σιγά)
Συμεών! Συμεών!
(Εμφανίζεται πίσω από την μάντρα του κήπου ο Συμεών. Πηδάει την μάντρα και μπαίνει. Αγκαλιάζει τη Δίνα. Φιλιούνται)

ΣΥΜΕΩΝ
Ω! Πόσο μου λείπεις αγαπημένη μου…

ΔΙΝΑ    .   
Κι εσύ αγαπημένε μου μου λείπεις. Δεν μπορώ άλλο εδώ μέσα.

ΣΥΜΕΩΝ   
Κάνε κουράγιο. Σε πέντε μέρες θα κάνουν περιτομή οι Συχεμίτες. Την τρίτη μέρα μετά την περιτομή θα τελειώσουν τα βάσανα σου. Το βράδυ της ημέρας εκείνης να ’χεις κοντά σου τον Συχέμ. Έφτασε η ώρα να γίνω εγώ άρχοντας κι εσύ δίπλα μου αρχόντισσα τιμημένη. Έχεις τίποτα καινούργιο να μου πεις; Έμαθες τίποτε άλλο;

ΔΙΝΑ
Όχι κάτι συγκεκριμένο. Όμως να προσέχετε.
 Δυο φορές τις τελευταίες μέρες που μιλούσε με τον πατέρα του, όταν πλησίασα έκοψαν άξαφνα την κουβέντα τους. Να προσέχετε.

ΣΤΜΕΏΝ
Μήπως κατάλαβε τίποτα και  θέλει να μας προλάβει;

ΔΙΝΑ
Δεν ξέρω, ίσως και να μου φάνηκε. Θα σε ειδοποιήσω αν μάθω κάτι…

ΣΥΜΕΩΝ
Προσέχουμε αγαπημένη μου, προσέχουμε. Μήπως έφερε κι άλλους άντρες στο παλάτι;

ΔΙΝΑ
Οχ ι. Οι ίδιοι είναι. Εσείς είσαστε σύμφωνοι όλοι ή μήπως κανείς σου φέρνει αντιρρήσεις;

ΣΥΜΕΩΝ
Όλοι σύμφωνοι είναι. Όμως την αρχή θα την κάνω με το Λευί. Ύστερα θ’ ακολουθήσουν οι άλλοι.

ΔΙΝΑ
Με το Λευί; Ποτέ δεν τα πηγαίνατε καλά οι δυο, τώρα είναι  μαζί  σου;

ΣΥΜΕΏΝ
Είναι γιατί μυρίζεται ψητό.

ΔΙΝΑ
Κατάλαβε κανείς ότι τα είχαμε σχεδιάσει όλα;

ΣΥΜΕΏΝ
Οχ ι. Η Ρόνι με την περιγραφή της αρπαγής σου τους έχει πείσει όλους τελείως.
(Τη φιλάει)
Αγαπημένη μου να προσέχεις κι εσύ.
Δε μ’ άρεσαν αυτά που μου είπες για τον Συχέμ και τον πατέρα του.

ΔΙΝΑ   
Θα σου πω και κάτι άλλο που δε θα σου αρέσει Συμεών  αγάπη μου.

ΣΥΜΕΏΝ
Τι;

ΔΊΝΑ
Είμαι έγκυος.

ΣΥΜΕΏΝ
Απ’ αυτόν;

ΔΊΝΑ
Απ’ αυτόν.

ΣΥΜΕΏΝ
Έχω ένα φίλο στην Αίγυπτο. Θα στείλουμε εκεί το παιδί. Γνωρίζει έναν ιερέα στην Ηλιούπολη. Το ξέρει ο Συχέμ πως είσαι έγκυος;

ΔΊΝΑ
Όχι.

ΣΥΜΕΏΝ
Να του το πεις απόψε. Θα του αρέσει και θα μπορέσεις να το εκμεταλλευτείς για την υπόθεσή μας.

ΔΊΝΑ
Θα του το πω. Και πρέπει να φύγω γιατί με περιμένει
(φιλιούνται)
Γεια σου

ΣΥΜΕΏΝ
Γεια σου.









ΣΚΗΝΗ ΟΓΔΟΗ

Σκηνή του Ιακώβ.
ΙΑΚΩΒ, ΑΡΑΧΕΜ, ΛΕΙΑ, ΔΑΛΛΑ,ΜΕΛΧΑ,ΡΟΥΒΙΝ, ΛΕΥΙ, ΙΟΥΔΑΣ, ΔΑΝ.

ΙΑΚΩΒ
Παιδιά μεγάλωσα εγώ ή φίδια; Ω! Πώς πονάει η πληγή  που  μου άνοιξαν.. . Άμυαλοι. Με  το μαχαίρι  νομίζουνε πως  θα λύσουνε το πρόβλημά τους. Ανόητοι. Κι  η συμφωνία που κάναμε με  τον Αμώρ; Δεν τη λογάριασαν; Και είσαι  σίγουρος πως σκότωσαν και τους αρχόντους;

ΑΡΑΧΈΜ
Ναι αφέντη. Και τον Εμώρ και τον Συχέμ και τη φρουρά τους. Κι όλους τους άντρες της πόλης.

ΙΑΚΩΒ
Ω! Συφορά! Και  δεν  τους  έφτανε αυτό  μα λεηλάτησαν και  τα σπίτια τους…

ΑΡΑΧΕΜ
Και πήραν τις γυναίκες τους και τα ζωντανά τους κι ότι πολύτιμο είχαν στα σπίτια τους οι ανθρώποι.

ΙΑΚΩΒ
Καλά , εγώ είμαι γέρος, εμένα με κορόιδεψαν. Εσύ δεν κατάλαβες τίποτα;

ΑΡΑΧΈΜ
Ούτε εγώ ούτε κανένας από τους άντρες μου αφέντη. Κρυφό το κράτησαν από όλους τα παιδιά σου.

ΙΑΚΏΒ
Πού  είναι   τώρα;

ΑΡΑΧΕΜ
Ο Συμεών έμεινε εκεί, οι άλλοι κάπου εδώ. Τριγυρίζουν.

ΙΑΚΩΒ
Τι άλλο έχει στο μυαλό του ο Συμεών άραγε; Και τι σχεδία έχουν κι οι άλλοι; Φώναξε μου όποιον βρεις από δαύτους! Αμέσως. Τώρα!

(ο Αραχέμ βγαίνει.  Ο Ιακώβ δυνατά)

Λεία! Δάλλα! Μελχά!

(Προβαίνουν μία μία οι γυναίκες)
Τα μάθατε τα κατορθώματα των γιων σας; Μάθατε τις ντροπές που ρίξαν στο κεφάλι μου; Μάθατε τις έγνοιες που μου βάλανε; Φίδια μου γεννήσατε, όχι παιδιά. Να 'τοιμαστείτε για φευγιό. Δε γίνεται άλλο να σταθούμε εδώ. Θα μας ρημάξουν. Τι συφορά! Πάνω που είπαμε να ριζώσουμε δω χάμου, να ‘μαστε πάλι για δρόμο!  Να μην πείτε τίποτα στη Ραχήλ. Θα της τα πω εγώ τα νέα όπως πρέπει. Αντέστε. Φύγετε. Συφορά μου!
(οι γυναίκες βγαίνουν)
Θεέ μου τί να κάνω; Εσύ στις δύσκολες στιγμές μου πάντοτε με βόηθησες. Βοήθα με και τώρα. Μου υποσχέθηκες να δώσεις σε μένα και στους απογόνους μου τη γη Χαναάν. Μην πάρεις πίσω το λόγο σου Κύριε για την απρέπεια των παιδιών μου. Και φανερώσου μου και πες μου τι να κάμω στις δύσκολες ώρες που περνώ.
(Μπαίνουν Ρουβήν, Ιούδας, Λευί, Δαν)
Πού είναι τα μαχαίρια σας; Φέρτε τα και σκοτώστε κι εμένα!..

ΡΌΥΒΙΝ
Πατέρα..

ΙΑΚΩΒ
..Αλλά μήπως δε μ’ έχετε κιόλας  σκοτώσει; Αθώους ανθρώπους εσκοτώσατε. Γιατί;

ΡΟΥΒΙΝ
Πατέρα, ατιμάσανε την αδερφή μας!

ΙΑΚΩΒ
Όλοι  την ατιμάσανε; Εσείς  ρημάζατε  την  πόλη  όλη. Εμένα δε με σκεφτήκατε; Όλος ο κόσμος τώρα θα με λέει κακόν και ύπουλο.

ΛΕΥΙ
Πατέρα όλο μας λες πως τη Χαναάν θα μας τη δώσει δική μας ο θεός. Πώς θα μας τη δώσει αν δεν πολεμήσουμε; Πρέπει να βοηθήσουμε τη θέληση του θεού.

ΙΑΚΩΒ
Ωραία τη  βοηθήσατε. Σκοτώνοντας αθώους ανθρώπους. Θαρρείτε ανόητοι πως έτσι παίρνονται οι Χαναάν; Τώρα ξέρετε τι θα γίνει; Οι Χαναναίοι και  οι Φερεζαίοι  θα ξεσηκωθούν και θα μας λιώσουν. Θα χάσουμε  ό,τι έχουμε και  δεν έχουμε. Αν κανένας από μας γλιτώσει θα είναι τυχερός. Πού είναι ο Συμεών;

ΛΕΥΙ
Έμεινε στην πόλη.

ΙΑΚΩΒ
Η Δίνα;

ΛΕΥΙ
Κι αυτή μαζί.

ΙΑΚΩΒ
Γιατί έμεινε εκεί ο Ιακώβ;

ΛΕΥΙ
Θέλει να γίνει άρχοντας εκεί……..

ΙΑΚΩΒ
Ω.' Τον ανόητο. Μήπως θέλει να πάρει και την Αίγυπτο; Ω! Τον ανόητο! Μα τι περίμενα απ’ αυτόνε  κι από σένα που για να διασκεδάσετε κόβατε τα νεύρα από τα πόδια των ταύρων και τους βλέπατε να σπαρταράνε και γελούσατε; Αφού για το γέλιο σας κάνατε τέτοια, τι δε θα κάνατε στο θυμό σας πάνω…

ΡΟΥΒΗΝ
Πατέρα δίκια είσαι θυμωμένος. Μα με τους Συχεμίτες δε θα μπορούσαμε μετά από ότι έγινε-την αρπαγή της αδερφής μας-να είμαστε φίλοι. Θα ήμασταν εχθροί. Κι οι Συχεμίτες ήσαν δυνατότεροι. Έτσι πάντοτε θα κάναμε ότι εκείνοι ήθελαν. Μόνο με δόλο μπορούσαμε να τους εξοντώσουμε. Πρέπει  να κοιτάξουμε το μέλλον μας. Αν το χειριστούμε το ζήτημα καλά, μπορούμε να ριζώσουμε στην πόλη της Συχέμ. Κι αυτή θα είναι μια καλή αρχή για να εκπληρωθεί η υπόσχεση του θεού σου-να πάρουμε τη Χαναάν.

ΙΑΚΩΒ
Άδικα αίματα δε θέλει ο Θεός μου. Φύγετε. Και τραβάτε πέστε σ’ αυτό τον ελαφρόμυαλο ναρθεί εδώ προτού πέσουν απάνω του οι Φερεζαίοι και τότε δεν ξέρει πού να κρυφτεί. Τραβάτε. Και στείλτε μου τον Ιωσήφ. Θέλω να ημερέψω λίγο την ψυχή  μου.



                                    ΑΥΛΑΙΑ

Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2012

Έργα του ίδιου στις διευθύνσεις:
1.    http://agrafivths.blogspot.com

Ο αυτόχειρας (μονόπρακτο)


2.    http://kthnvdia.blogspot.com

Η Βιβλιοθήκη-γιατί δεν άνοιξε (σατιρικό μονόπρακτο)


3.    http://pneymatoktonoi.blogspot.com

Απολιθώματα του παλαιοζωικού αιώνα(στίχοι)


4.    http://giortomeres.blogspot.com
α. Μέρες αφιερωμένες (στίχοι)
β. Πατρίδα (στίχοι)

5.    http://epeteiakos.blogspot.com
α. ΜΑΡΙΆΝΝΑ (θεατρικό)
β. God, Jerusalem, Jews (στίχοι στ’ Αγγλικά)

6.    http://dosilogismos.blogspot.com
 Γράμμα στην Ακαδημία και στο Υπουργείο Παιδείας (σάτιρα)

7.    http://pvrvmenoi.blogspot.com 
1.    Συνέντευξη με Φλωρίδη (σάτιρα)
2.    συζήτηση με Τατούλη (σάτιρα)
3.    Η συνεδρίαση (σάτιρα)

   8.  http://syneytyxhs.blogspot.com
Τριτογένεια (στίχοι)

9. http://euarmostos.blogspot.com
Πολυδέγμων (στίχοι)


10. http://lipokteanos.blogspot.com
Χαμένο (στίχοι)


11. http://tajifyllos.blogspot.com 
Το τρίτο βιβλίο (στίχοι)


12. http://lypisilogos.blogspot.com
Το εργοστάσιο (μονόπρακτο)

13.  http://koykoyloforoi.blogspot.com
Ύμνος κουκουλοφόρων (στίχοι)


14. http://dusolisthos.blogspot.com
 Η σφαίρα (μονόπρακτο)


15. http://pantogonos.blogspot.com
Αμβολογήρα (στίχοι)


16. http://pantarkhs.blogspot.com
Μαρία (μονόπρακτο)

17. http://diatranos.blogspot.com
 1. Χώρος (μονόπρακτο)
2. Εξομολογήσεις (εύθυμο μονόπρακτο)



18. http://argyreuths.blogspot.com
Το όνειρο (έμμετρο μονόπρακτο)


19. http://anarktos.blogspot.com 
Εριλή (έμμετρο μονόπρακτο)


20. http://prvtothroos.blogspot.com 
Λώθα (έμμετρο θεατρικό)


21. http://idanos.blogspot.com 
Ο βιασμός (μονόπρακτο)


22. http://polypistos.blogspot.com
Ο θρήνος (μονόπρακτο)


23. http://akataseistos.blogspot.com
Το ξύλο (μονόπρακτο)


24. http://kartellin.blogspot.com
Πολύφημος (έμμετρο μονόπρακτο)


25. http://mellouanatos.blogspot.com
Οι καταραμένοι (μονόπρακτο)


26. http://jexasmenos.blogspot.com 
Ο εθνάρχης (θεατρικό)


27. http://katarrevn.blogspot.com
Αμερικάνικα (στίχοι)


28. http://laurobios.blogspot.com
Ψυχή ή μετά μία επίσκεψη στο ελληνικό Προξενείο του Λος Άντζελες (στίχοι)


29. http://ycipnoia.blogspot.com
Οι πραγματικές ελληνίδες κουμουνίστριες (στίχοι)


30. http://askraios.blogspot.com 
2. Έργα και Ημέρες (δεκαπεντασύλλαβη μετάφραση του ομώνυμου έργου του Ησίοδου)


31. http://periklakos.blogspot.com 
1. ΔΊΝΑ ή ΔΕΊΝΑ (θεατρικό)
2. Ο επιτάφιος του επιτάφιου του Περικλή (πεζό)


32. http://dystyhellhn.blogspot.com
Ένα ματσάκι αγριολούλουδα από αυτά που φυτρώνουν πλούσια στην πατρίδα μας (στίχοι)


33. http://fagaideniko.blogspot.com 
Έλκος θανατηφόρο (ένα όχι καλό μονόπρακτο)


34. http://hliuiothta.blogspot.com
α. Ανίσα (μονόπρακτο)
β. Περιβαλλοντικά ή οι ηλίθιοι (πεζό)

35. http://empauhtikost.blogspot.com
 Τα άριμα ή Μπαλαρίνες (στίχοι)


36. http://diaskedastika.blogspot.com
Θάλεια (εύθυμοι στίχοι)


37. http://alejenas.blogspot.com
Αλέξανδρος Α΄ο Φιλέλλην (έμμετρο θεατρικό σε δεκαπέντε ανοίγματα)


38. http://realistikos.blogspot.com 
Η κοινωνία που έρχεται (διάλογος, πεζό)


39. http://asansoyori.blogspot.com 
Το ασανσέρ ή Η Κορίννα (μονόπρακτο)


40. http://prvtogonismos.blogspot.com 
Νικολίτσα (στίχοι)


41. http://polysyllektikadyo.blogspot.com
Ελλάδα, ο κατά φαντασίαν υγιής (η αλήθεια ωμή-πεζό)


42. http://trisanarithmos.blogspot.com 
α. Πόρνη ή η κατά Χολιαστόν Δημιουργία (έμμετρο θεατρικό, απόσπασμα)
β. Συμβούλιο Θεών (διάλογος, πεζό)
   
43. http://vraiopaghs.blogspot.com
Παλαίθετα Γ΄ (στίχοι)

44. http://mariakiouri.blogspot.com
Διάφορα Α΄
1. Ζωοφιλία (διάλογος)
2. Ο Καρυωτάκης και οι γυναίκες (πεζό)
3. Σύγχρονη αγάπη (έμμετρη σάτιρα)
4. Χριστός (πεζοποίημα)


45. http:// ntiferentsia.blogspot.com
Διάφορα Β΄
1. Ήλιος με χιόνι (διάλογος)
2. Πτίτσα  (ανάλυση μιας λέξης)
3. Ο μετεωρίτης (διάλογος)
4. Αναγνωστοπούλου Χριστίνα (πεζοποίημα)
5. Φλώρα ή Στο καλύβι (μονόλογος)

46. http://prvtoleios.blogspot.com 
Παλαίθετα Α΄ (στίχοι)


47. http://axerousios.blogspot.com 
Τα σονέτα της κυρίας Ρωρερκάρ (σονέτα)


48. http://palaiotata.blogspot.com
Παλαίθετα Β΄ (στίχοι)


49. http://prvikarpost.blogspot.com 
Σύμμικτα Γ΄ (στίχοι)


50. http://ceysistyj.blogspot.com 
Σύμμικτα Β΄ (στίχοι)


51. http://katabainvn.blogspot.com 
Ποιήματα της κυρίας Ρωρερκάρ


52. http://diaforetika.blogspot.com 
Διηγήματα
1. Τα χρέη
2. Έγκλημα στην επαρχία
3. Η μόνη (μέχρι τώρα) της ζωής μου περιπέτεια
4. Ο πολιτισμός αρχίζει από το λεωφορείο
5. Τζελσομίνα ή Το δικαίωμα στην αγάπη.


53. http://perivlepvn.blogspot.com 
Λούσυ (έμμετρο θεατρικό –σκηνή πρώτη)


54. http://palaioliuikos.blogspot.com 
από τα παλιά (τετράδιο πρώτο και δεύτερο-στίχοι)


55. http://eleyueros.blogspot.com
Γενικώς πολιτικά (πολιτική σάτιρα)


56. http://kryptoperigraptos.blogspot.com
(ιδέες και σχόλια-έμμετρα και πεζά)


57. http://sygkrathmenos.blogspot.com
Υποθήκες στα ελληνόπουλα (έμμετρο)


58. http://synidiokthths.blogspot.com 
Γκλέναρβον (στίχοι)


59. http://kioutahhs.blogspot.com
1. Η ζητιάνα (έμμετρο μονόπρακτο)
2. Ντόρα (στίχοι, αποσπάσματα)

60. http://apegnvsmenos.blohgspot.com
1. Βίκυ (στίχοι)
2. 2000 χρόνια χριστιανισμού
3. Αγαπητοί ισπανοί



61. http://rvmanikos.blogspot.com
1. Αγάπες και έρωτες (μονόπρακτο)
2. Ύμνοι Μεγάλης Παρασκευής (έμμετρη μετάφραση, αποσπάσματα)


62. http://prvikarpos.blogspot.com 
Σύμμικτα Α΄ (στίχοι)


63. http://leptognwmwn.blogspot.com 
Μαστρόπιον Ελλάς (πολιτική σάτιρα)


64. http://filogaios.blogspot.com 
 Έντορνα (στίχοι και πεζά)


65. http://pornofyllada.blogspot.com
Κύρια άρθρα «Καθημερινής»-κριτική


66. http://amfibioeidhs.blogspot.com 
Εξορίας Α΄ (στίχοι)


67. http://jegrammenos.blogspot.com
Εξορίας Β΄ (στίχοι)


68. http://polysyllektikaena.blogspot.com 
Υπολοιπόμενα πρώτο (στίχοι)


69. http://enuymhma.blogspot.com
Μορφές (στίχοι)


70. http://polysyllektikotria.blogspot.com 
1. Γένεση δεκαπεντασύλλαβη (έμμετρη μετάφραση, η πρώτη σελίδα)
2. Ιερεμίας δεκαπεντεσύλλαβος (έμμετρη μετάφραση, η πρώτη σελίδα)
3. Ένα παραμύθι
4. πρόεδρος δημοκρατίας
5. κάλαντα 2010 (σάτιρα)
6. Κάτι για πυρκαγιές και τα πορνοκανάλια

71. http://kekrymmenos.blogspot.com
1. Θρησκευτικά ποιήματα (στίχοι)
 2. Χριστούγεννα ώρα μηδέν (μονόπρακτο)

72. http://proeklogikos.blogspot.com
Παλιά προεκλογικά

73. http://plhuvrikos.blogspot.com
SCHERRY (στίχοι)

74. http://gerekakhs.blogspot.com
Αν-αδελφικά (στίχοι)
Ένας παράξενος άνθρωπος (μονόπρακτο)
Η τριανταφυλλιά (μονόπρακτο)

75. http://spartiatikoy.blogspot.com
Καραϊσκάκης (δύο μικρά αποσπάσματα από το οχτακοσίων ογδόντα σελίδων έργο-έμμετρο, έντεκα-και δεκαπεντασύλλαβο)

76. http://ajestanurvpoi.blogspot.com
 Όταν πέφτουνε οι μάσκες-πεζό



























Στα παρακάτω δέκα τέσσερα μπλογκς θα μπαίνουν λίγα λίγα όσα γραφτά (πεζά ή στίχοι) τώρα βρίσκονται σκόρπια στους φακέλους μου του Word, καθώς και όσα έργα μου δημιουργούνται από σήμερα κι εμπρός.
Μικρά μεγάλα, καλά ή όχι, έξυπνα ή χαζά, σκουπίδια ή κομψοτεχνήματα, πεζά ή στίχοι, ξαναειδωμένα ή όχι αφότου γράφτηκαν, «επεξεργασμένα» ή όχι, αφού ο χώρος του ίντερνετ είναι άπειρος, δε θα τα πετάξω.
 Έτσι, αφού ζω μόνος και κανένας δεν βρίσκεται που να μαρτυρήσει ότι υπήρξα κι εγώ πάνω στον πλανήτη γη, αυτό θα το μαρτυράνε οι ιστοσελίδες μου.
Μπορεί μια σωτηρία-ανταμοιβή να έρθει κάποτε από μόνο το γεγονός ότι ζήσαμε στην κόλαση γη-στην περίπτωση αυτή ας διευκολύνω τον κριτή.

Εννοείται ότι δεν θα ενημερώνω για το περιεχόμενό τους, μιας και αυτό θα αλλάζει συχνά. 
Λόγω του όγκου των γραφτών μου και ως εκ τούτου της δυσκολίας χειρισμού τους, μπορεί να μπουν σε αυτά τα μπλογκς γραφτά που έχουν μπει και σε άλλα.  
Το σίγουρο είναι ότι όσα και να μπουν θα έχουν και πάλι παραλειφθεί πολλά.



α. http://rvrerkarios.blogspot.com

β. http://prvtoporos.blogspot.com 

γ. http://profhtikos.blogspot.com 

δ. http://anekfrastos.blogspot.com

ε. http://saridario.blogspot.com

στ. http://filalhuhs.blogspot.com
ζ. http://proedrokaphlos.blogspot.com 
η. http://kalentarhs.blogspot.com
θ. http://xatzhmpravos.blogspot.com
ι. http://megageloioi.blogspot.com

ια.   http://kolomeraellada.blogspot.com

ιβ. http://fasistop.blogspot.com

ιγ. http://brvmeroi.blogspot.com

ιδ. http://alithrioi.blogspot.com












Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2008

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ

Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ

Πολλοί μιλάνε για την αρχαία Αθήνα του Περικλή σαν τη γενέτειρα της Δημοκρατίας.
Και σαν απόδειξη αυτής τους της άποψης φέρνουν τον Επιτάφιο λόγο που εκφώνησε ο Περικλής πάνω από τα πτώματα των πρώτων νεκρών του πελοποννησιακού πολέμου, λόγο που αναφέρει τα στοιχεία της δημοκρατίας αυτής.
Όμως ο ίδιος αυτός ο Επιτάφιος, αν εξεταστεί διαλεκτικά, αποδείχνει πως μόνο δημοκρατία δεν ήτανε το πολίτευμα του Περικλή.
Είναι βέβαιο ότι ο Επιτάφιος αυτός δεν εκφωνήθηκε από τον Περικλή ούτε και από κανέναν άλλο.
Γράφτηκε από τον Θουκυδίδη, ο οποίος με τις πνευματικές και συγγραφικές του ικανότητες έκανε αυτόν τον λόγο ένα μνημείο τελειότητας για την αγαπημένη πόλη του, την Αθήνα.
Μερικοί ξεχνούν ότι όλα όσα αναφέρονται στον Επιτάφιο δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και θεωρούν πως η αρχαία Αθήνα ήταν ό,τι ο Επιτάφιος αυτός θέλει να μας παρουσιάσει. Και γενικεύοντας απλώνουν τον μανδύα της τελειότητας και σε όλη την αρχαία Ελλάδα, με αποτέλεσμα να δημιουργήσουν ένα μύθο δημοκρατίας, ελευθερίας και δικαιοσύνης, που δήθεν η αρχαία Ελλάδα είχε, με κέντρο της την Αθήνα αναπτύξει.
Και όσοι τα λένε αυτά κάνουν ότι ξεχνούν πως όλοι οι πολιτισμοί που φάνηκαν πάνω στη γη και που στο μέλλον θα φανούν πάνω σ' αυτή, έχουν την ίδια αξία και τον ίδιο σκοπό υπηρετούν. Και κάνουν ότι το ξεχνούν γιατί το συμφέρον τους έτσι τους υπαγορεύει να κάνουν, εν γνώσει τους διαστρεβλώνοντας την ιστορία αλλά και την ίδια την ιδέα του πολιτισμού σαν κοινωνικού και γενεσιουργού προόδου φαινομένου.
Ας απομυθοποιήσουμε λοιπόν την αρχαία Αθήνα, την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό της, όσο τουλάχιστον μας δίνει την ευκαιρία να κάνουμε η ίδια η Αθήνα και με όπλο που δανειζόμαστε από αυτή την ίδια -τον Επιτάφιο λόγο του Περικλή.
Χωρίς σπουδαίους προλόγους ας δούμε τον Επιτάφιο.
Εκεί είναι τα σπουδαία.
Στο 36-1 μας λέει ο Περικλής ότι θα αρχίσει την ομιλία του με τους προγόνους.
Και μόνο τούτο θα ήτανε αρκετό για να μας πείσει για την αδυναμία του Περικλή να σταθεί μόνος του στα πόδια του σαν ηγέτης.
Ζητάει τη βοήθεια των προγόνων για να μπορέσει να πείσει τους ακροατές του για ό,τι πρόκειται να πει.
Δεν αρχίζει από τους Θεούς. Ηθελημένα η λέξη Θεός δεν ακούγεται ούτε μια φορά στο κείμενό του.
Αυτό δείχνει την αμετροέπειά του και τη σκοπιμότητα της αναφοράς στους προγόνους. Από τους προγόνους πιάνεται για να φτάσει εκεί που θέλει.
Δηλώνει έτσι πως ό,τι καλό έχει γίνει για την Αθήνα, αυτό έγινε από τους προγόνους. Από τους πατεράδες δηλαδή, τους παππούδες και τους προπαππούδες εκείνων που τον ακούνε τη στιγμή εκείνη που μιλάει.
Ποιος θα τολμούσε να αντιτείνει ότι οι πρόγονοί του δεν ήσαν άξιοι μιας τέτοιας μνείας; ΄Οτι οι προγονοί του δεν έκαναν καλά ό,τι έκαναν;
Βάζει λοιπόν τα θεμέλια με τον τρόπο αυτόν ο Περικλής και πια, εκεί πάνω μπορεί να χτίσει ό,τι θέλει χωρίς τον κίνδυνο να γκρεμιστεί αυτό από κείνους που τον ακούνε.
Πάντοτε οι κυβερνήτες αρέσκονται να συνδέουν το παρόν με το παρελθόν, γιατί το παρελθόν είναι οι ρίζες από τις οποίες τρέφεται και άραγε μπορεί να σταθεί στα πόδια του το σήμερα.
Το παρελθόν είναι η παράδοση, είναι η πεπατημένη οδός, που καθοδηγεί σίγουρα τους κυβερνήτες εκείνους που δεν θέλουν να αλλάξουν τίποτε από τα υπάρχοντα, επειδή αυτά τους βολεύουν.
Κανένας που καλοπερνάει όπως είναι τα πράγματα, δεν θα αρχίσει κάτι από την αρχή, γιατί αυτό το κάτι θα μπορούσε να πάρει δρόμο φιλολαϊκό, φιλελεύθερο, πραγματικά δημοκρατικό και αυτό δε συμφέρει εκείνους που θέλουν να καλοπερνάνε από την εξουσία τους αυτοί και η κλίκα τους.

Στο 37-1 ο Περικλής μας λέει ότι δημοκρατία είναι το πολίτευμα όπου κυβερνούν οι περισσότεροι.
Η αρχαία Αθήνα είχε τρακόσες χιλιάδες κατοίκους. Από αυτούς οι εκατό χιλιάδες ήσαν δούλοι, οι εκατό χιλιάδες γυναίκες-χωρίς κανένα δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά-,και μόνον οι υπόλοιποι εκατό χιλιάδες ήσαν αθηναίοι πολίτες.
Και μόνον οι πολίτες είχαν δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά.
Και αν λοιπόν ακόμα οι μισοί συν έναν αθηναίοι πολίτες κυβερνούσαν την Αθήνα, αυτό μας κάνει ότι πενήντα χιλιάδες από τις τρακόσες κυβερνούσαν. ΄Ωστε ούτε σύμφωνα με τη γνώμη του Περικλή για τη δημοκρατία, η αθηναϊκή πολιτεία δεν ήτανε δημοκρατική. Γιατί δημοκρατία σε μια χώρα υπάρχει μόνον όταν αυτή αφορά σε όλους τους πολίτες της.
Ξέρω τι θα μου πουν μερικοί-ότι τότε η δουλεία ήτανε θεσμός, πως το να είναι κανείς δούλος ήτανε στοιχείο της τότε κοινωνίας και τα λοιπά και τα λοιπά.
Είτε όμως έτσι ήταν τα πράγματα είτε αλλιώς, δημοκρατία δεν υπήρχε, παρά υπήρχε μόνον ό,τι εννοούσε σαν δημοκρατία ο Περικλής.
Βέβαια αν πάρουμε υπόψη μας πως και σήμερα δεν υπάρχει ορισμός της δημοκρατίας, και ότι κάθε δικτάτορας η κάθε δημοκρατικός ηγέτης λέει πως έχει δημοκρατία στη χώρα του και σήμερα ακόμα δεν θα έπρεπε να μιλάμε για δημοκρατία σε καμία περίπτωση-θα έπρεπε να έχουμε διαγράψει αυτήν τη λέξη από το λεξιλόγιό μας.
Αφού όμως ο Περικλής την αναφέρει σαν στοιχείο της πόλης των αθηναίων, και μάλιστα αφού η λέξη επικράτησε για να δηλώσει ότι το πολίτευμα της τότε Αθήνας ήτανε το τέλειο σύστημα διακυβέρνησης, πρέπει κι εμείς να δεχτούμε τον όρο με σκοπό να τον φέρουμε στα μέτρα τα οποία πραγματικά είχε στην Αθήνα του Περικλή.
Στο ίδιο σπεύδει ο Περικλής να δηλώσει μετά τα παραπάνω, ίσως σε μια προσπάθεια να καλυτερέψει την εικόνα της αθηναϊκής δημοκρατίας που έδωσε αμέσως πριν, πως: "ωστόσο οι νόμοι, όταν είναι για τις ιδιωτικές τους διαφορές (εννοεί των πολιτών),δίνουν σε όλους τα ίδια δικαιώματα".
Τι ωραία που τα λέει ο πρώτος πολίτης της αθηναϊκής δημοκρατίας! Φυσικά εννοεί το δικαίωμα να πίνουν όλοι νερό από τις δημόσιες κρήνες, το δικαίωμα να αναπνέουν, ακόμα το δικαίωμα να ανοίγουν καταστήματα, να εργάζονται με εξευτελιστικά μεροκάματα, το δικαίωμα να δυστυχούν και άλλα τέτοια δικαιώματα.
Το δικαίωμα στην δίκαια κατανομή του πλούτου είναι ιστορικά γνωστό πως δεν περιλαμβάνονταν στα δικαιώματα που με τόσην απλοχεριά χάριζε στους αθηναίους πολίτες ο Περικλής.
Σαν άλλος θεός κι εκείνος είχε δώσει το δικαίωμα στους πολίτες του να τρώνε από τους καρπούς όλων των δέντρων, αλλά τους απαγόρευε να τρώνε από το δέντρο του Καλού.
Και οι πολίτες δέχονταν να ζουν με τον τρόπο αυτόν μέσα στην πόλη εκείνη.
Αν ήθελαν ας έκαναν κι αλλιώς-ο πέλεκυς του νόμου, που δεν περιλάμβανε στα δικαιώματα που έδινε στους πολίτες και το δικαίωμα στην ευτυχία, έπεφτε βαρύς πάνω στα κεφάλια τους όταν προσπαθούσαν να ζήσουν κι αυτοί ανθρωπινά.
Στον επιτάφιό του βλέπουμε λοιπόν ότι ο Περικλής βρίζει τους φτωχούς μπροστά στα ίδια τους τα μάτια και τα αυτιά, κι εκείνοι τον ακούνε αδιαμαρτύρητα. Σαν πρόβατα.
Και ο Περικλής συνεχίζει λέγοντας πως ναι μεν όλοι έχουν ίσα δικαιώματα αλλού, όμως όταν πρόκειται να διαλεχτούν οι κυβερνήτες της πολιτείας, τότε δεν γίνεται κυβερνήτης ο κάθε πολίτης, αλλά ο ικανότερος.
Ας προσπαθήσουμε να δούμε ποιος μπορεί να ήταν ο ικανός για τα αξιώματα της πολιτείας στην αρχαία Αθήνα.
Θα ήταν ίσως ένας μανάβης που από μικρό παιδί δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ για το μεροκάματο; ΄Οχι βέβαια.
Ποιος θα ήταν;
Μήπως ένας μπακάλης, ένας ψαράς, ένας βιοτέχνης;
Όχι βέβαια.
Ποιος θα μπορούσε να είναι ο ικανότερος; Μα ποιος άλλος από ένα πλουσιόπαιδο που θα είχε το χρόνο και το χρήμα να σπουδάσει τις επιστήμες και τις τέχνες που απαιτούνται για τον σκοπό αυτόν;
Οι φτωχοί λοιπόν έξω και από τη διοίκηση της πολιτείας.
Ωραία πόλις, ηθική, αγγελικά πλασμένη...

Στο 37-2 διαβάζουμε: "Δεν κοιτάζουμε υποψιασμένοι ο ένας τον άλλον στις καθημερινές μας δουλειές' δε θυμώνουμε με το γείτονά μας αν τυχόν κάνει κάτι κατά την όρεξή του κι ούτε παίρνουμε την όψη του πειραγμένου, πράγμα που αν δε βλάφτει όμως στενοχωρεί τον άλλο."
Αλήθεια τι θαυμαστή επίτευξη! Ο πλούσιος δεν παίρνει την όψη του πειραγμένου όταν βλέπει τον φτωχό να πεινάει, γιατί ο φτωχός μπορεί να στενοχωρηθεί απ΄ αυτό, και τότε πάει η δημοκρατία που δεν ανέχεται να στενοχωρεί ο ένας τον άλλο. Αλλά ούτε ο φτωχός παίρνει την όψη του πειραγμένου όταν βλέπει τον πλούσιο να του πίνει το αίμα, γιατί τώρα θα υπήρχε ο φόβος ο πλούσιος να στενοχωρηθεί από αυτό και τότε πάει περίπατο όχι μόνον η δημοκρατία αλλά και ο ίδιος ο φτωχός...Εδώ η λογική λέει πως έχουμε να κάνουμε ή με ένα λαό ηλιθίων ή με ένα λαό που η καταπίεσή του από την εξουσία είχε τόση ζημιά κάνει μέσα του, που είχε γίνει εσωτερική καταπίεση και άγχος, με συνέπεια έναν άθλιο τρόπο ζωής. Και επειδή ηλίθιος τόσο πολύ κανένας λαός δεν είναι, ισχύει το δεύτερο σκέλος της υπόθεσης, πως ο αθηναίος πολίτης ήταν τρομοκρατημένος μέχρι βουβαμάρας.
Φαίνεται πως η πλύση εγκεφάλου που έκανε ο Περικλής στους Αθηναίους, τους είχε κάνει ανίκανους όχι μόνο να διαμαρτυρηθούν ή να αντιδράσουν σε κάτι άδικο που τους γινόταν, αλλά ούτε ακόμα και να συνειδητοποιήσουν ότι αδικούνται. Μόνο γελούσαν και ευχαριστιόνταν, μας λέει ο Περικλής, όταν το άδικο τους χτυπούσε.
Πόσο μεγάλος πρέπει να ήταν ο τρόμος που είχε βάλει ο Περικλής μέσα στις ψυχές των άμοιρων αθηναίων, που αυτοί ούτε την όψη του πειραγμένου να μην μπορούν να πάρουν όταν νιώθανε πάνω στο πετσί τους την αδικία και τον εμπαιγμό του ισχυρού διπλανού τους…
Και δεν είναι καθόλου δύσκολο να εξηγήσουμε την κατάσταση αυτή. ΄Οταν ο φτωχός αθηναίος δεν έχει τα χρήματα που απαιτούνται για να πάει στα δικαστήρια όταν αδικείται, όταν ο πλούτος είναι εχέγγυο ατιμωρησίας, όταν η κλίκα του Περικλή λύνει και δένει στην Αθήνα, όταν βλέπει πώς τιμωρούνται οι "σύμμαχοι" που τολμούν να σηκώσουν κεφάλι, τότε πώς αυτός θα διανοηθεί να σηκώσει το δικό του;
Κι αν κανένας από τους αθηναίους πολίτες είχε κάποιαν ελπιδοφόρα υποψία πως τα πράγματα δεν είναι τόσο τρομερά όσο δείχνουν και θαρρούσε πως είχε περιθώριο άμυνας, αυτός, πηγαίνοντας στο θέατρο, έπαιρνε την σίγουρη απάντηση από το παράδειγμα που αυτό έδινε με τις παραστάσεις του, ώστε ο άμοιρος πολίτης εγκατάλειπε κάθε ελπίδα και ξαναγύριζε με σκυμμένο το κεφάλι στο μαντρί από όπου είχε προσπαθήσει να βρει διέξοδο.

Τα θεωρικά ήσαν χρήματα που δίνονταν στους φτωχούς για να πάνε στο θέατρο.
°Από τον θεσμό αυτό των θεωρικών, φαίνεται όλη η σαπίλα του αθηναϊκού καθεστώτος και όλη η βρωμιά του ξεσκεπάζεται, αν κανείς θέλει να δει τα πράγματα όπως είναι, και όχι όπως τα βλέπει ένας ομοτράπεζος του Περικλή-ένας απολογητής της πλουτοκρατίας.
Και να γιατί: αν οι αθηναίοι δεν είχαν λεφτά να πάνε στο θέατρο, καταλαβαίνει κανείς τη φτώχεια που τους έδερνε.
Αν πάλι είχαν λεφτά να πάνε στο θέατρο και δεν πήγαιναν, καταλαβαίνει πάλι κανείς ότι δε θέλανε να πάνε στο θέατρο.
Και όταν μιλάμε για θέατρο στην αρχαία Αθήνα, μιλάμε για ένα μέσο προπαγάνδας, μιλάμε για ένα μέσο που με αυτό περνούσε τη γραμμή της η κυβερνώσα κλίκα, μιλάμε για την σημερινού ελληνικού τύπου κρατική τηλεόραση της εποχής. Και είναι γνωστή η αυστηρότατη λογοκρισία στην οποία υποβάλλονταν κάθε έργο πριν ανεβεί στη σκηνή του θεάτρου και που από μία λέξη του κειμένου του κρέμονταν πολλές φορές και η ζωή του συγγραφέα.
Οι "μη υποψιασμένοι", "μη θυμώνοντες" και "μη πειραγμένοι" λοιπόν αθηναίοι, σπρώχνονταν από την πολιτεία να πάνε στο θέατρο για να ακούσουν το κήρυγμα της ισοπέδωσης, για να μάθουν το τίμημα της ανυπακοής και για να μπορούν να συνεχίσουν να ζουν έτσι καταπιεσμένοι στην Αθήνα, την πόλη που θα φημίζεται για αιώνες μετά την εξαφάνισή της, σαν η πόλη που σε αυτήν γεννήθηκε η δημοκρατία και η ελευθερία. Τερατογενέσεις πράγματι.

Και ο αρχιτέκτονας του «χρυσού αιώνα» της Αθήνας συνεχίζει στο 37-3: "...είναι πιο πολύ από εσωτερικό σεβασμό που δεν παρανομούμε, στους άρχοντές μας κάθε φορά πειθαρχικοί και στους νόμους και μάλιστα σε όσους από αυτούς έχουν γίνει για να βοηθούν τους αδικημένους και σε όσους, και άγραφοι που είναι, όμως φέρνουν ντροπή ομολογημένη."
Με "εσωτερικό σεβασμό" ο Περικλής εννοεί εξωτερικό καταναγκασμό. Γιατί η πειθαρχία στους άρχοντες όταν αυτοί αδικούν, δε δείχνει εσωτερικό σεβασμό, αλλά τρόμο για τις συνέπειες μιας ανυπακοής. Και το παράδειγμα το έχουμε μπροστά μας, είναι αυτή τούτη η συγκέντρωση των πολιτών στην οποία μιλάει ο Περικλής. Μιλάει σε ανθρώπους που έχασαν μέλη αγαπημένα της οικογένειάς τους σε έναν πρόσφατο, που μάλιστα την ώρα αυτή της ομιλίας συνεχίζεται, πόλεμο. Πόλεμο που ο ίδιος ο Περικλής επιζήτησε, πόλεμο που μπορούσε να έχει αποφύγει χωρίς να βλαφτεί ούτε η δόξα ούτε η ευμάρεια της αθηναϊκής πολιτείας. Και πώς αλλιώς θα εξηγιόταν η στάση των πολιτών να ακούνε να τους μιλάει για πειθαρχία στους άρχοντες ο άρχοντας που με τις αποφάσεις του δημιούργησε στους ακροατές του τόσες δυστυχίες στον πρώτο κιόλας χρόνο του πολέμου, παρά σαν μια στάση μοιρολατρίας αλλά και τρόμου για τις συνέπειες μιας αντίδρασης;
Αλλά πιο πειθαρχικοί ήσαν οι αθηναίοι, μας λέει ο ομιλητής, στους νόμους που είχαν γίνει για να βοηθούν τους αδικημένους.
΄Ωστε στην Αθήνα υπήρχαν και αδικημένοι! Κατά λάθος θα αδικούνταν βέβαια...Γιατί σε μια τέλεια πόλη όπως στην Αθήνα του Περικλή έτσι όπως την περιγράφει ο Θουκυδίδης, θα είχαν παρθεί όλα τα ανθρωπίνως δυνατά μέτρα για να αποφευχθεί κάθε αδικία.
Ας φωτίσουμε όμως και αυτή την αποστροφή του λόγου.
Ξέρουμε ότι στα δικαστήρια της Αθήνας σπάνια κατάφευγαν οι πολίτες για να βρουν το δίκιο τους όταν ο αντίδικος συνέβαινε να είναι πλούσιος. Και αυτό επειδή ο δικηγόρος -δηλαδή ο ρήτορας που έγραφε τον λόγο υπεράσπισης των κατηγορουμένων-ζητούσε τόσο πολλά χρήματα που οι φτωχοί κατά κανόνα δεν είχαν να πληρώσουν.
Το ίδιο απρόθυμοι ήσαν οι φτωχοί αθηναίοι, οι περισσότεροι αθηναίοι δηλαδή, να πάνε στο δικαστήριο και όταν ακόμα ήσαν όχι ενάγοντες ή κατηγορούμενοι, αλλά και ένορκοι. Στην περίπτωση αυτή η απροθυμία τους οφειλόταν στο γεγονός ότι θα έχαναν το μεροκάματο. Τέτοιος φόβος δεν υπήρχε φυσικά για τους πλούσιους ενόρκους, με αποτέλεσμα να δικάζουν πρακτικά μόνον οι πλούσιοι. Και καταλαβαίνουμε τι συνέπεια είχε αυτό-τις δίκες τις κέρδιζαν οι πλούσιοι.
Με ποιον τάχα τρόπο εννοεί ο Περικλής πως οι αδικημένοι δικαιώνονταν;
Κανείς δεν ξέρει, μιας και ο λόγος δεν μπαίνει σε λεπτομέρειες εκεί που δεν τον συμφέρει.
Αλλά, μας λέει το κείμενο του λόγου, οι αθηναίοι είχαν να υπακούν και σε άγραφους νόμους, που μάλιστα αν παραβαίνονταν θα έφερναν ντροπή στον παραβάτη.
Μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα τέτοιους νόμους. Ένας θα ήταν ο νόμος που απαγορεύει την κλοπή, άλλος εκείνος που απαγορεύει το αντιμίλημα στους άρχοντες και στους κάθε λογής ισχυρούς.
Πήραμε μιαν ιδέα της αθηναϊκής δικαιοσύνης.
Στο 38 ακούμε ότι η μια γιορτή ερχόταν μετά την άλλη για να διασκεδάζουν οι αθηναίοι. Οι γνωστές φιέστες για να αποξεχνάει ο λαός τα βάσανα και τα δικαιώματά του και για να μην ξεσηκώνεται. Οι σύμμαχοι, δηλαδή οι υπόδουλοι στην Αθήνα υπόλοιποι έλληνες, πληρώνανε κάθε χρόνο το χαράτσι τους στην ισχυρή Αθήνα. Οι αποικίες αρμέγονταν, οι δούλοι δούλευαν. Γιατί οι πλούσιοι αθηναίοι να μην καλοπερνούσαν με γιορτές και πανηγύρια (αλλά και φιλοσοφώντας, όπως θα δούμε πιο κάτω);
Ακόμα εδώ μαθαίνουμε πως αγαθά έρχονταν από μακρινά μέρη του κόσμου και πως τα αγαθά αυτά τα απολάμβαναν οι αθηναίοι με τόσην οικειότητα «σαν να τα είχε παράγει η δική τους γη»-τόσο φυσικό αισθάνονταν να δουλεύουν άλλοι γι αυτούς.
Εκείνο που δεν μας λέει ο Περικλής είναι πόσοι από τις εκατό χιλιάδες αθηναίους-δεν μιλάμε για τους δούλους και τις γυναίκες-είχαν την οικονομική δύναμη να αγοράσουν αυτά τα αγαθά. Όμως αυτό μας το λένε άλλες πηγές. Και οι άλλες αυτές πηγές μας λένε ότι οι λίγοι απολάμβαναν τα αγαθά που έφερνε στην Αθήνα ο Περικλής.
Στο 39 ο Περικλής συγκρίνει τη Σπάρτη με την Αθήνα για να αποδείξει πως η ζωή των αθηναίων είναι πιο ξεκούραστη στον καιρό της ειρήνης, χωρίς όμως και να υστερούν αυτοί στον πόλεμο όταν έρθει κι αυτουνού η ώρα.
Δε διστάζει προτερήματα της σπαρτιατικής ζωής να τα βαφτίζει ελαττώματα, ώστε να αποδείξει την ανωτερότητα της αθηναϊκής κοινωνίας, με απώτερο σκοπό να δεχτούν οι ακροατές του ότι για μια τέτοια πατρίδα όπως η Αθήνα, αξίζει να πεθαίνουν νέοι άνθρωποι γι αυτήν, όπως αυτοί πάνω στα πτώματα των οποίων τώρα ο ίδιος ο Περικλής με τον Επιτάφιό του ασελγούσε.

Φαγητό και διασκέδαση για τους λίγους και πόλεμος για όλους είναι λοιπόν τα ιδανικά του Περικλή και ακόμα η παράδοση στους απογόνους μιας ελεύθερης πατρίδας, ό,τι δηλαδή και ο αρχηγός κάθε βάρβαρου κράτους τότε ή υπανάπτυκτου κράτους σήμερα. Πέρα όμως από αυτά δεν βλέπουμε να υπάρχει στην Αθήνα η επιδίωξη κάποιου ιδανικού, που η ύπαρξή του θα δικαίωνε την υστερότερη φήμη της Αθήνας σαν της πόλης του φωτός του αρχαίου κόσμου. Σε έναν λόγο τέτοιας επιδίωξης και εμβέλειας θα περίμενε κανείς να ακούσει κάτι και για ηθική, για πνευματικούς προβληματισμούς, για κάποιον σκοπό της ζωής πέρα από τα γνωστά και κοινά για όλους τους λαούς του κόσμου επιτεύγματα και αναζητήσεις. Παρά ακούμε να αντιπαρατάσσεται στον τρόπο ζωής των σπαρτιατών ο τρόπος ζωής των αθηναίων και με βάση αυτή την αντιπαράθεση και μόνον να επιζητείται να δειχτεί η ανωτερότητα της Αθήνας.
Καταλαβαίνει κανείς πως αυτά ενδιαφέρουν τις μάζες και γι αυτό εκεί επικεντρώνει το ενδιαφέρον του ο Περικλής. Οι μάζες όμως των αθηναίων-ο λαός των αθηναίων-δεν θα έπρεπε να δονείται από υψηλότερα ιδανικά πέραν της διαπίστωσης ότι η καθημερινή ζωή του είναι πλουσιότερη από αυτήν των σπαρτιατών, για να έχουν κάποιο δίκιο μερικοί σήμερα να τον παρουσιάζουν σαν τον ιδανικό λαό που για μια φορά φάνηκε στης γης το χώμα;
Αλλά ας τελειώσουμε και με αυτή την παράγραφο του Επιτάφιου, λέγοντας έναν καλό λόγο για τον Περικλή, ή αν θέλετε για τον Θουκυδίδη: ότι δεν κατηγόρησε τους σπαρτιάτες για τη χυδαία συνήθειά τους να πηγαίνουν με γυναίκες.
"Αγαπάμε το ωραίο και μένουμε απλοί". Και πάλι: "Ο πλούτος είναι για μας αφορμή για έργα παρά για παινεψιές και λόγια", διαβάζουμε στο 40-1.
Γιατί όχι; Απλοί και χωρίς να λένε πολλά λόγια μένουν όσοι μ΄ ένα νεύμα τους μπορούν να τσακίσουν όποιον τους αμφισβητήσει κάποιο τους «δικαίωμα». Γιατί να φωνάζουν, να χειρονομούν, να παινεύονται ακόμα; Η κατάσταση είναι γνωστή σε όλους-όποιος παίζει με σημαδεμένη τράπουλα δεν εξάπτεται.
Στο ίδιο, το 40-1, μας ανακοινώνει ο αρχηγός της αθηναϊκής δημοκρατίας ότι οι αθηναίοι "αγαπούν" να φιλοσοφούν.
Ας σταθούμε λίγο εδώ για να δούμε τη φιλοσοφία των αθηναίων.
Όλες τις φιλοσοφικές σχολές θα τις βρούμε στην Αθήνα του Περικλή. Είτε σαν δημιουργήματα των γηγενών, είτε σαν διδασκαλίες ξενόφερτων, κύρια από τη Μικρά Ασία, φιλόσοφων.
Όμως από όλες τις φιλοσοφίες επικράτησαν εκείνες που υπηρετούσαν και που μέχρι και σήμερα υπηρετούν την πλουτοκρατία. Οι άλλες εξαφανίστηκαν από άμεσα χτυπήματα της τότε εποχής-η διδασκαλία τους δεν "διαφημιζόταν", τα βιβλία τους δεν προωθούνταν, οι ιδέες τους δεν εφαρμόζονταν. Παραδείγματα: ο Σωκράτης καταδικάστηκε να πιει το κώνειο γιατί "εισήγαγε καινά δαιμόνια". Ο Αναξαγόρας, όταν ήρθε να διδάξει στην Αθήνα, καταδικάστηκε σε θάνατο επειδή δίδασκε ότι ο ήλιος δεν είναι θεός αλλά μια διάπυρη μάζα. Σώθηκε και φυγαδεύτηκα από τον Περικλή που ήτανε προσωπικός του φίλος. Ο Πλάτωνας ήθελε να κάψει τα βιβλία του Δημόκριτου που κυκλοφορούσαν στην Αθήνα. Εμποδίστηκε από τους πυθαγορικούς Αμύκλα και Κλεινία, που του είπανε πως δεν θα πετύχαινε σπουδαία πράγματα με την πράξη του αυτήνε, μιας και τα βιβλία του Δημόκριτου κυκλοφορούσαν και εκτός Αθηνών. Αλήθεια όλα τα έχουν όχι μόνον πει, αλλά και όλα τα έχουν κάνει οι αρχαίοι έλληνες' ούτε ο Χίτλερ δεν ήτανε ο πρώτος όταν έκαιγε τα βιβλία-αυτός των εβραίων.
Και μιας και το έφερε η κουβέντα, ας πούμε πως ούτε η Μαφία είναι εφεύρημα των ιταλών. Γιατί στην Αθήνα υπήρχαν οι καλούμενοι "συκοφάντες", οι οποίοι έπαιρναν χρήματα από πολίτες για να μη τους συκοφαντήσουν στέλνοντάς τους στα δικαστήρια, για κάτι που δεν είχαν κάνει. Και οι πολίτες τα έδιναν τα χρήματα αυτά για τον λόγο που είπαμε πιο πάνω, ότι δηλαδή τα δικαστήρια, που θα έδειχναν ίσως πως αυτοί δεν έκαναν την πράξη για την οποία κατηγορούνται, ήθελαν τόσο πολλά λεφτά για τους ρήτορες, που ήτανε συμφερότερο να υποκύψουν στον εκβιασμό.
Βλέπουμε και από αυτά πόσο δημοκρατία ήτανε η δημοκρατία της Αθήνας, πόσο αγγελική ήταν η αθηναϊκή κοινωνία και τέλος πόσο δικαιοσύνη ήταν η δικαιοσύνη της.
΄Ετσι επικράτησαν οι συντηρητικές φιλοσοφίες και κύρια η φιλοσοφία του Πλάτωνα, η οποία στήριξε τους ισχυρούς κάθε εποχής, μιας και, επειδή τους βοηθούσε στην καταδυνάστευση των αδύναμων, την υιοθέτησαν σαν την κυρίαρχη και αλάθητη(!) φιλοσοφία.
Και όλοι μαθαίνουν από τότε πως υπάρχει μια ψυχή που πετάει σαν αφτέρουγο πουλάκι στον ουρανό, περιμένοντας με αγωνία πότε θα γεννηθεί ο άνθρωπος για να πάει να εγκατασταθεί μέσα του, πως υπάρχουν οι ιδέες, οι οποίες κι εκείνες προϋπήρχαν πάντοτε κάπου εκεί ψηλά, ξέροντας, οι πονηρές, πως κάποτε θα ερχόταν ο άνθρωπος για να τον υπηρετήσουν, και πως το αγαθόν ταιριάζει μόνον στων ευγενών τη φάρα…
Και η Δύση ακολούθησε τις φιλοσοφικές επιταγές του Πλάτωνα για να φτάσει σήμερα στα χάλια που έχει.
Αν ο Πλάτωνας, μαζί με την τάση του για το φιλοσοφείν, ήτανε ένας άνθρωπος της μέσης ή κατώτερης οικονομικά τάξης, και αν και πάλι έγραφε φιλοσοφικά βιβλία, τότε, με την προϋπόθεση ότι αυτά δεν θα καταστρέφονταν, ίσως να βοηθούσαν τον κόσμο οδηγώντας τον προς την ευτυχία του-γιατί τότε δεν θα αεροβατούσε, παρά θα έσκυβε με αγάπη επάνω στα προβλήματα του ανθρώπου.
Όμως ο Πλάτωνας ήτανε αυτό που ήτανε-ένας καλοζωϊσμένος αριστοκράτης που δεν ήξερε τι θα πει πόνος και δυστυχία.
Στο 40-4 βλέπουμε ότι πιθανόν ο Πανάγαθος, όταν έφτιαξε τους αγγέλους, άφησε μερικούς παράμερα για να τους στείλει στην αρχαία Αθήνα όταν θα εμφανιζόταν ο Περικλής, για να έχει αυτός αγγελικούς υπηκόους. Αλλιώς δεν εξηγείται η ομοιότητα στη νοοτροπία των αγγέλων καθώς και στη νοοτροπία των αθηναίων όπως μας την παρουσιάζει εδώ ο Περικλής: "Και στην καλή διάθεση απέναντι στους άλλους δεν έχουμε την ίδια γνώμη με τον πολύ κόσμο." (αλίμονο, δεν θα διέφεραν κι εδώ από τους άλλους προς το καλύτερο-όπως και στα άλλα;) "Τους φίλους μας ζητούμε να τους κερδίσουμε με το να κάνουμε εμείς καλό, όχι οι άλλοι σε μας. Κι είναι πιο σίγουρος εκείνος που κάνει το καλό ότι θα κοιτάξει τη χάρη που του χρωστούν να την κρατήσει με τη συμπάθεια που θα δείχνει σ' αυτόν που ωφέλησε."
Όλοι ξέρουν το καλό που οι αθηναίοι έκαναν στους συμμάχους τους, και ακόμα περισσότερο πόση "συμπάθεια" έδειχναν σ' αυτούς, προκειμένου να κρατήσουν τη "χάρη" που οι σύμμαχοι αυτοί τους χρωστούσαν...
Αλλά εδώ, στο 40-1,βρίσκεται και η πεμπτουσία του παραληρήματος του Περικλή, βρίσκεται το ζουμί όλης της υπόθεσης του ανθρώπινου δράματος, βρίσκεται συμπυκνωμένο το ευαγγέλιο των καταπιεστών και των εκμεταλλευτών του ανθρώπου από τα ανθρωπόμορφα κτήνη.
Διαβάζουμε λοιπόν (εμείς είμαστε που χρησιμοποιούμε κεφαλαία γράμματα):"ΚΑΙ ΤΗ ΦΤΩΧΕΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΔΕΧΤΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΤΡΟΠΗ. ΠΙΟ ΝΤΡΟΠΗ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΙΤΑΞΕΙ ΔΟΥΛΕΥΟΝΤΑΣ ΝΑ ΤΗΝ ΞΕΦΥΓΕΙ."
Μ' άλλα λόγια: δουλέψτε σκλάβοι. Και μη φοβόσαστε, δεν πρόκειται να σας κατηγορήσουμε επειδή δεν έχετε λεφτά (διότι εμείς τα έχουμε όλα),όμως ούτε και θα σας ανεχτούμε τεμπέληδες(γιατί τότε ποιος θα συντηρεί και θα μεγαλώνει τον πλούτο μας;)
Αυτά λέει ο πολύς Περικλής στους "δημοκράτες" αθηναίους, τους "συνειδητούς πολίτες", στα τρομοκρατημένα αυτά όντα που δεν τολμούν ούτε να σκεφτούν πως ό,τι ακούνε είναι η μεγαλύτερη ύβρις και για τους ίδιους και για τους νεκρούς τους. Υποταγμένα όντα-να οι δημοκράτες του Περικλή όπως και κάθε Περικλή σύγχρονου ή και παλιού. Δικτατορία με νόμους επικυρωμένη ώστε κανείς να μην μπορεί να την αμφισβητήσει -αφού τέτοιες συνθήκες είχαν επιβάλει στην πολιτική ζωή της Αθήνας οι κατέχοντες, που κάθε τέτοια αμφισβήτηση θα θεωρούνταν προδοσία. Η θεωρία για το δίκαιο του ισχυρότερου σε πλήρη άνθιση και καρποφορία. Ή ζούγκλα σε ολόκληρη τη μεγαλοπρέπειά της-ιδού η δημοκρατία της Αθήνας του Περικλή, όπως ιδού η δημοκρατία του Παρισιού, ιδού η δημοκρατία του Βερολίνου, ιδού η δημοκρατία των Βρυξελλών, ιδού η δημοκρατία της Ρώμης, ιδού η δημοκρατία της Μαδρίτης, ιδού η δημοκρατία του Πεκίνου.
Αφού όμως έτσι έχουν τα πράγματα, θα διασώζαμε τουλάχιστο την αξιοπρέπεια και της παλιάς Αθήνας και των σύγχρονων μιμητών της, αν ονομάζαμε το πολίτευμά της αντί δημοκρατία δικτατορία.
Ούτε όμως την αξιοπρέπεια αυτή δεν έχουμε ούτε εμείς ούτε οι αρχαίοι αθηναίοι, ούτε και όσοι ασχολούμενοι με αυτούς, τους αποκαλούν αναισχύντως δημοκράτες.
Αλλά ο Περικλής δεν αφήνει περιθώρια ούτε ατομικής αξιοπρέπειας στους αθηναίους. Γιατί θα ήταν αλήθεια αξιοπρεπής όποιος διαχώριζε τη θέση του από τη βρωμερή αυτή μάζα και αποτραβιόταν σε μια καλύβα και τρεφότανε με τρόφιμα που ο ίδιος καλλιεργούσε, μη μετέχοντας σε αυτή την κτηνώδη κοινωνία του αλληλοφαγώματος και της ηθικής κατάπτωσης. Η προτροπή όμως του μέγα Περικλή άλλα επιτάσσει: "όποιος δεν συμμετέχει στα κοινά είναι άνθρωπος άχρηστος"!
41-1:"Η πόλη μας είναι το σχολείο της Ελλάδας".
Εδώ η δουλεία, η εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο, ο σκοταδισμός, η δεισιδαιμονία, η τεμπελιά, προβάλλονται σαν τάξεις στο σχολείο του τότε έλληνα.
Αλλά δυστυχώς για τον άνθρωπο, η Αθήνα υπήρξε και το σχολείο γι όλη την ανθρωπότητα, γι αυτό και η ανθρωπότητα έχει τα χάλια που έχει. Αν η ιστορία μελετούσε και τις υποθετικές εξελίξεις του κόσμου-πράγμα αδύνατο-,θα στεκόταν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον μπροστά στο καλό που θα γινόταν στην ανθρωπότητα, στην περίπτωση που η Αθήνα δεν είχε υπάρξει. Ίσως τότε αυτή να είχε ακολουθήσει δρόμο άλλον, ο οποίος με συμπράττουσες και άλλες, πιθανές τότε, συνιστώσες, θα είχε ίσως οδηγήσει στην ευτυχία του ανθρώπου.
Αλλά έχουμε κι άλλα δείγματα παραληρητού από τον πρώτο πολίτη της Αθήνας, που τη δημοκρατία του που εδώ παινεύει ο Θουκυδίδης, σε άλλο σημείο του έργου του την χαρακτηρίζει με το αληθινό της όνομα: "ενός ανδρός αρχή".
Και είναι το δείγμα αυτό το ακόλουθο, από το 41-3: "η πόλη μας είναι η μόνη από τις τωρινές, που ούτε στον εχθρό, που ήρθε να τη χτυπήσει, δίνει να θυμώσει, από τι ανθρώπους κακοπαθεί, ούτε στον υπήκοο να παραπονεθεί ότι τον εξουσιάζουν ανάξιοι".
Δικτάτορας που επαίρεται ότι υποτάσσει έτσι τους δούλους του, που αυτοί να μη δυσανασχετούν για την υποταγή τους, πώς θα χαρακτηριζόταν αλήθεια από ανθρώπους που μπορούν να σκέφτονται;
Το αφήνω στην κρίση των αναγνωστών, που αν δεν μπορούν να δώσουν τον χαρακτηρισμό που αρμόζει, δεν έχουν λόγο να ξαναπιάσουν στα χέρια τους αυτό το κείμενο γιατί δε μιλάει με τη δική τους γλώσσα.
Αλλά και άλλη αντίθεση των αθηναίων με τους υπόλοιπους ανθρώπους: "Και μόνο εμείς κάνουμε άφοβα το καλό στον ένα και στον άλλο, πιο πολύ γιατί έχουμε την πίστη πως είμαστε άνθρωποι λεύτεροι, παρά γιατί λογαριάζουμε το συμφέρον μας". Ναζωραίε, τώρα το ξέρουμε: το βάθρο της διδασκαλίας σου (το "αγαπάτε αλλήλους"), το έκλεψες από τον Περικλή.
Στο 41-5 το συμπέρασμα: για μια τέτοια πόλη αξίζει να πεθαίνει κανείς, όπως πέθαναν και αυτοί που σήμερα τιμούνται, αλλά αξίζει να πεθάνουν κι άλλοι για χάρη της. Απαραίτητο συμπέρασμα βέβαια. Άλλωστε γι αυτό το συμπέρασμα δεν εκφωνήθηκε και ο λόγος ολόκληρος;
Στη συνέχεια, στο 42,βλέπουμε τον Περικλή, σαν παντοδύναμος που είναι, να δίνει άφεση όλων των αμαρτιών εκείνων που έπεσαν για την πατρίδα-και αν ακόμα κάποιος από αυτούς που έπεσαν υπέρ πατρίδος ήτανε "κάπως κακός" («κάπως κακός» γιατί ποιος αθηναίος θα μπορούσε να είναι πολύ κακός;),όταν πέθαινε πολεμώντας διαγράφονταν όλες του οι αμαρτίες. Κάπως όπως διαγράφονται οι αμαρτίες των μωαμεθανών που πεθαίνουν για την πατρίδα. Πώς και δεν μας είπε κανείς ακόμα από τους αθηναιολάτρες πως πηγή για τον χριστιανισμό και για τον μωαμεθανισμό δεν ήταν η θρησκεία των εβραίων αλλά ο Επιτάφιος του Περικλή…
Πιο κάτω, στο 42-4, ομολογεί ο Περικλής πως ο πόθος των φτωχών (ώστε λοιπόν υπήρχαν και φτωχοί στην Αθήνα,όμως όλοι τόσο ποτισμένοι από την Περίκλεια δημοκρατία, που σημασία δεν έδιναν στη φτώχεια τους μπροστά στις μεγαλομανείς ιδέες της κλίκας του Περικλή),ήτανε να γίνουν μια μέρα πλούσιοι και μάλιστα ότι ο πλούτος ήτανε σκοπός ζωής, ώστε να θεωρείται πως η θυσία του πόθου αυτού, που συνίστατο στον θάνατο για την πατρίδα, εθεωρείτο και το μέτρο της αγάπης (του φτωχού)για την πατρίδα.
Αλλά στο ίδιο μαθαίνουμε ότι τόσο οι αθηναίοι ήσαν άσχετοι προς τον φόβο, ώστε πεθαίνοντας εγλίτωναν όχι από τον φόβο (που ποτέ δεν θα μπορούσαν να νιώσουν),αλλά από την ιδέα ότι θα μπορούσαν να φοβηθούν.
Τέτοιες ασυναρτησίες αλλά και άλλες παρόμοιες που θα μπορούσε κανείς να αναφέρει εδώ αν ήθελε να μακρηγορήσει, θα δικαιολογούνταν από τη σκοπιμότητα της δημιουργίας μιας θρησκείας. Μήπως αυτό επεδίωκε ο Θουκυδίδης; Αν όχι αυτό, κάτι παρόμοιο πάντως το οποίο και πέτυχε-την αναγόρευση δηλαδή της Αθήνας σε πατρίδα της "δημοκρατίας" από κείνους που είχαν και έχουν συμφέρον να συντηρούν τέτιες "δημοκρατίες".
Ας όψεται η ελληνική γλώσσα που είχε εδραιωθεί, βαφτίζοντας "μεγάλους" όσους έγραψαν σ' αυτή, όσες βλακείες κι αν είπαν με τα γραφτά τους αυτά.
Στο 43 ακούμε πως ο πολίτης της Αθήνας ήταν τόσο δεμένος με την πόλη, η μονάδα με το σύνολο, που δε δίσταζε να πεθαίνει για το συμφέρον της ολότητας. Και αυτό όχι όπως πεθαίνουν οι δούλοι ή οι εξαναγκασμένοι για τούτο υπήκοοι άλλων ,ανελεύθερων και ανάλγητων για τους κατοίκους τους πόλεων, αλλά όπως πεθαίνουν άνθρωποι ελεύθεροι-ένα συνειδητό θάνατο για την αγαπημένη τους πατρίδα. Ξέρουμε όμως πως από τους αθηναίους οι περισσότεροι ζούσαν μια ζωή καταπιεσμένη, ανελεύθερη, δυστυχισμένη. Πώς θα μπορούσε οι δυστυχείς και φτωχοί να δώσουν τη ζωή τους για μια πατρίδα που τους έκανε δυστυχείς; Θα πρέπει ή να εξαναγκάζονταν σ' αυτό, ή να ήσαν πνευματικά ανάπηροι που να παίρνουν τη δυστυχία τους για ευτυχία. Κατά τη γνώμη μας συνέβαιναν και τα δύο για διάφορα άτομα ή σύνολα ατόμων-δηλαδή η πλύση του εγκεφάλου των αθηναίων από το θέατρο από τη μια και από την άλλη η τρομοκρατία τους από τους άνομους νόμους ήτανε το αίτιο γι αυτή τους τη "θυσία" υπέρ της πατρίδας.
Στο 43-1 φτάνει ακόμα ο Περικλής, για να ερεθίσει τη φτιαχτή φιλοπατρία των αθηναίων ,να χρησιμοποιήσει και το ερωτικό αίσθημά τους. Τους υποδείχνει ν' αγαπήσουν την πατρίδα σαν ερωμένη.(το Άσμα Ασμάτων, οι ύμνοι για την Παναγία και ο Νυμφίος που έρχεται εν τω μέσω της νυκτός μάς έρχονται στο νου μέσα από τα πονηρά επιχειρήματα του Περικλή στην προσπάθειά του να κρατήσει τα κεκτημένα).
Στο 44-1 μαθαίνουμε πως ευτυχία είναι να πεθαίνει ο αγαπημένος των αθηναϊκών σπιτιών για την πατρίδα κι εκείνοι να τον θρηνούν!..Πόσο ο Περικλής αλήθεια δε διστάζει να πατάει επί πτωμάτων για να διατηρήσει αλλά και να αυξήσει τον πλούτο και τον δικό του και της κλίκας που τον στήριζε…
Πιο πάνω, στο 43-1,ο Περικλής ταυτίζει την ελευθερία με την ευτυχία (μόνο που, η λογική που διδάσκονται παιδάκια μτου δημοτικού, λέει ότι ο πεινασμένος δεν είναι ελεύθερος, οι αθηναίοι πεινούσαν, άρα οι αθηναίοι δεν ήσαν ελεύθεροι-και άρα ευτυχισμένοι).
Εδώ μας λέει και ότι ευτυχία είναι να θρηνείς πάνω από τον τάφο του δικού σου ανθρώπου που έπεσε για την πατρίδα. Τέτοια λατρεία του πολέμου δεν έχει ξαναφανεί. Συμπληρώνει, ευτυχώς, πως του είναι δύσκολο να τους κάνει να το πιστέψουν αυτό. Μπράβο του!
Στο 44-3 έρχεται η προτροπή-εντολή για την μεγάλη ανάγκη: την τεκνοποίηση από όλους-και από αυτούς που έχασαν τα παιδιά τους σ' αυτό τον πόλεμο-για να πεθάνουν και τα παιδιά αυτά σε κάποιον άλλο πόλεμο. Τι κτήνος πρέπει να κλείνει μέσα του ο Περικλής ώστε πριν θαφτούν τα παιδιά τους εκείνα, αυτός να τους ζητάει κι άλλα! Και δεν πρόκειται μόνο για απαίτηση. Τους προειδοποιεί και τους απειλεί μαζί, υπενθυμίζοντάς τους ότι όποιος δεν έχει παιδιά, δε θα έχει λόγο στα κοινά…
Απευθύνεται όμως και στα γερατειά ο αρχηγός της αθηναϊκής ηγεμονίας. Και τι τους λέει; «Ζήστε όσο ζήστε τρώγοντας τιμή. Γιατί λεφτά μην περιμένετε αφού πια δεν μπορείτε να δουλέψετε ή να πολεμήσετε. Γιατί, να ξέρετε, "χαρά δεν είναι να κερδίζει κανείς χρήματα, είναι να τον τιμούν"!...»
Η ελληνική γλώσσα, με τη συνέχειά της μας δίνει καμιά φορά χεροπιαστή την ποταπότητα της σκέψης και της συμπεριφοράς των αρχηγών κρατών, που χρησιμοποιούν τις ίδιες ακριβώς λέξεις για να παραπλανήσουν και να ληστέψουν τους λαούς που κάθε φορά τους ακούνε-κάτι έχουν να πουν γι αυτό τα «τιμημένα γερατειά της πατρίδας μας»…
Να λοιπόν! κι άλλη χαρά μοίρασε ο Περικλής σε μια μερίδα των αθηναίων, όπως οι σύγχρονοι έλληνες πρωθυπουργοί μοιράζουν «ελευθερίες» πολλών ειδών στο λαό. Τα λεφτά, που δε φέρνουν χαρά ούτε τιμή, τα φυλάνε για τον εαυτό τους και την κλίκα τους και οι Περικλήδες και οι Καραμανλήδες και οι Παπαντρέηδες. Τα υπόλοιπα όλα, δεν έχουν λόγο να μη τα μοιράζουν αφειδώς...
Στο 45 πιάνει τώρα και τα παιδιά και τους αδερφούς όσων κείνται νεκροί μπροστά στα μάτια όλων εκεί. Τους θυμίζει-μη τύχει και κανένας το ξεχάσει-πως κι εκείνοι, όταν έρθει ή ώρα, πρέπει κι αυτοί να πεθάνουν-είχε δα πολύν καιρό ακόμα ο πόλεμος εκείνος για να τελειώσει..
Και τελειώνει ο δημοκράτης Περικλής με τις γυναίκες που έμειναν δίχως άντρα, λέγοντάς τους αυτό που ήδη ξέρουν, ότι δηλαδή πρέπει να είναι φρόνιμες γιατί έτσι θα έχουν δόξα.
Δόξα σε όλο το συγγενολόϊ. Να ένα μεγάλο καλό του πολέμου-μοιράζει τόσο απλόχερα τη δόξα...
Η τελευταία φράση του λόγου- "Τώρα, αφού αποκλάψει καθένας τον δικό του, πηγαίνετε στα σπίτια σας"- εμένα στ' αυτιά μου ακούγεται σαν ανακούφιση που τελείωσε ο λόγος: "Ουφ! Τελείωσε και η δική μου υποχρέωση. Άντε τώρα, κλάψτε τους κι εσείς όπως είναι κι η δική σας υποχρέωση και πηγαίνετε να συνεχίσετε τη ζωή σας φροντίζοντας εκείνα που σας είπα".
Βέβαια ο λόγος αυτός ποτέ δεν εκφωνήθηκε. Και δεν τον έγραψε ο Περικλής αλλά ο Θουκυδίδης. Και ο Θουκυδίδης ήθελε να δώσει το παράδειγμα ενός τέλειου κράτους -πόλης με το λόγο του αυτόν. Είπε δηλαδή ένα παραμύθι. Μ' αυτό συμφωνούμε, ένα παραμύθι πιο πάνω είτε πιο κάτω δεν βλάφτει. Βλάφτει όμως και πολύ μάλιστα, να παίρνουν στα σοβαρά μερικοί αδαείς ή καιροσκόποι το "μεγαλείο" της Αθήνας, και, ακόμα χειρότερο, να το προβάλουν για παράδειγμα προς μίμηση μιας θήθεν δημοκρατικής, ελεύθερης, δίκαιης πολιτείας.-